του Θόδωρου Σδούκου*
ΝΑ ΤΟΥΣ ΠΕΘΑΝΟΥΜΕ ΠΡΙΝ ΜΑΣ ΠΕΘΑΝΟΥΝ
Το δικαίωμα στην υγεία είναι αυτό που δέχτηκε την μεγαλύτερη επίθεση από την πολιτική του μνημονίου και των εφαρμοστικών του νόμων σε σχέση με όλα τα υπόλοιπα πεδία της ταξικής πάλης. Και αυτό γιατί:
α) Είναι απόλυτα τεκμηριωμένο επιδημιολογικά ότι η γενικευμένη φτώχεια ,η ανεργία ,η καθημερινή ανασφάλεια , η διάλυση των εργασιακών σχέσεων και η συντριβή των εργασιακών ελευθεριών παράγουν περισσότερη αρρώστια και θάνατο. Είναι ήδη καταγεγραμμένη στη χώρα μας μεγάλη αύξηση των αυτοκτονιών και των νοσημάτων της λεγόμενης κοινωνικής παθολογίας (κατάχρηση ουσιών ,αλκοολισμός ,ενδοοικογενειακή βία, παραμέληση τέκνων, κακοποίηση κλπ) και είναι επίσης γνωστό πως από τις χώρες που πέρασε το ΔΝΤ με παρόμοιες πολιτικές συντελέστηκε μέσα σε λίγα χρόνια μεγάλη αύξηση στους δείκτες νοσηρότητας και θνησιμότητας, που αφορούσε και όλο το σύγχρονο νοσολογικό φάσμα (λοιμώδη ,καρδιαγγειακά και κακοήθειες) και αποτυπώθηκε σε μείωση του προσδόκιμου επιβίωσης παρόμοια με την εποχή των παγκόσμιων πολέμων
β) Το δημόσιο σύστημα υπηρεσιών υγείας συρρικνώθηκε και αποδιαρθρώθηκε σε τέτοιο βαθμό που ουσιαστικά έχει καταργηθεί και το δικαίωμα στην ελεύθερη και δωρεάν πρόσβαση σε περίθαλψη για το μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού, καθώς οι μεν ανασφάλιστοι είναι πια νομοθετικά υποχρεωμένοι να πληρώνουν από την τσέπη τους το σύνολο του κόστους για υπηρεσίες που έλαβαν από το ΕΣΥ , ενώ και οι ασφαλισμένοι καλούνται να πληρώσουν όλο και περισσότερο και όλο και ακριβότερα εργαστηριακές εξετάσεις και ιατρικές-νοσηλευτικές πράξεις πού τούς παρέχονται στα νοσοκομεία και την πρωτοβάθμια περίθαλψη και πλέον δεν καλύπτονται από τα ταμεία τους.
Με τον ΕΟΠΥΥ δε , έγινε μια προς τα κάτω ενοποίηση των κλάδων υγείας των ταμείων, αφού πολύ λιγότεροι συμβεβλημένοι γιατροί , με πολύ χαμηλότερες αμοιβές και με πολύ πιό ασφυκτικό, γραφειοκρατικό και αντεπιστημονικό λειτουργικό καθεστώς ,καλούνται να προσφέρουν πρωτοβάθμια ιατροφαρμακευτική περίθαλψη σε πολύ περισσότερους ασφαλισμένους για τους οποίους η συνολική χρηματοδότηση για όλες τις παροχές έχει υποδιπλασιαστεί.(όλος ο ΕΟΠΥΥ λαμβάνει από το κράτος τα μισά χρήματα από αυτά που δίνονταν προηγουμένως μόνο στο ΙΚΑ!). Οι δε τελευταίες ρυθμίσεις για το φάρμακο θα οδηγήσουν μεγάλο κομμάτι των ασφαλισμένων να το πληρώσει και αυτό από την τσέπη του (αν έχει τη δυνατότητα)στην προσπάθεια να αποφύγει να πέσει θύμα επικίνδυνων παρενεργειών και θεραπευτικής αστοχίας από τα αμφιβόλου ποιότητας μαϊμού αντίγραφα που θα τον υποχρεώνει το ίδιο το κράτος να πάρει επειδή είναι απλώς τα φθηνότερα. (Ο Λοβέρδος βέβαια και οι πλούσιοι φίλοι του για αυτούς και τις οικογένειές τους θα κρατήσουν τα επάρατα πρωτότυπα και τα σοβαρά γενόσημα.
Βιώνουμε δηλαδή την πρωτοφανή βαρβαρότητα : την ίδια ώρα που οι ανάγκες της πλατιάς λαϊκής πλειοψηφίας των κατοίκων της επικράτειας για έγκαιρη , δωρεάν και ποιοτική φροντίδα υγείας να διευρύνονται ακριβώς λόγο της δραματικής επιδείνωσης των όρων ζωής που αυξάνουν την συνολική νοσηρότητα , το κατ’ ευφημισμόν πια εθνικό σύστημα υγείας να αποκλείει τους ανασφάλιστους δηλαδή τους πιο αδύναμους , από την νοσηλεία στα δημόσια νοσοκομεία . Τα νέα κλειστά ενοποιημένα νοσήλια (ΚΕΝ) , προβλέπουν εξωπραγματικές τιμές έως και 7 φορές πάνω από τις παλιές , πολύ μεγαλύτερες από το πραγματικό κόστος νοσηλείας και παρόμοιες με αυτές του ιδιωτικού τομέα , έτσι ώστε καθίστανται απαγορευτικές για έναν φτωχό(γιατί φτωχοί είναι οι ανασφάλιστοι) που του ζητούν να πληρώσει στο ακέραιο το σύνολο της νοσηλείας του. Ενδεικτικά σας αναφέρω τις κάτωθι τιμές: χολοκυστεκτομή 1350 ευρώ για 3 ημέρες νοσηλεία , τοκετός 900 ευρώ , καισαρική 1500, απλή γαστρεντερίτιδα με 3ήμερη νοσηλεία 600 ευρώ , πολυτραυματίας ( κλασικά τα θύματα των τροχαίων η των βαριών εργατικών ατυχημάτων ) 7.900 ευρώ!! για 20 ήμερη νοσηλεία.
Επιπρόσθετα ποσά , αν για οποιονδήποτε λόγο απαιτηθεί και περαιτέρω παραμονή στο νοσοκομείο. Και αν τυχόν ο ανασφάλιστος εισαχθεί ως κατεπείγον οξύ περιστατικό, αντιμετωπίζεται μεν αρχικά και καλείται στο ενδιάμεσο ή στο τέλος της νοσηλείας του να πληρώσει και αν δεν έχει χρεώνεται το ποσό στην εφορία με όλα του τα στοιχεία και τον κυνηγούν συνεχώς, εάν δε πρόκειται για χρόνιο ασθενή και προγραμματισμένο χειρουργείο τότε δεν εισάγεται αν δεν προπληρώσει το μισό από το προβλεπόμενο ΚΕΝ. Όταν μιλούμε δε για ανασφάλιστους σήμερα, να γνωρίζουμε πως αναφερόμαστε περίπου στο 30% του πληθυσμού της επικράτειας. Καθώς όλοι οι μακροχρόνια άνεργοι που δεν λαμβάνουν επίδομα ανεργίας, όλοι οι μερικώς απασχολούμενοι ή στην μαύρη εργασία που δεν έχουν τα 60 ένσημα που προβλέπει ο νόμος για να έχεις βιβλιάριο ΙΚΑ, όλοι οι όσοι δεν μπορούν να πληρώσουν τον ΟΑΕΕ , επειδή έκλεισαν τα μαγαζιά τους ή τα συντηρούν οριακά και τους είναι αδύνατο να δίνουν 870 ευρώ το δίμηνο, μεγάλος αριθμός άνεργων μηχανικών και ελευθεροεπαγγελματιών, και φυσικά οι μετανάστες χωρίς χαρτιά και εκείνοι που τους απασχολούν τα αφεντικά μαύρα , όλοι αυτοί-ές δεν έχουν βιβλιάριο υγείας και δεν έχουν και τις προϋποθέσεις να υπαχθούν στην Πρόνοια.
Η ίδρυση και λειτουργία του ΕΣΥ στα μέσα της δεκαετίας του ΄80 υπήρξε η μεγαλύτερη κατάκτηση της ελληνικής κοινωνίας στην μεταπολίτευση. Παρά τις πολλές αδυναμίες και εγγενείς αντιφάσεις του (ιατροκεντρισμός , απουσία δημόσιας πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας στα αστικά κέντρα, κομματισμός και ρουσφετολογικές προσλήψεις, ανοχή έως ανοιχτή πριμοδότηση της παραοικονομίας και της διαφθοράς από την ίδια την κρατική εξουσία και πολλά άλλα) εξασφάλισε για πρώτη φορά στα χρονικά του σύγχρονου ελληνικού κράτους ελεύθερη και δωρεάν πρόσβαση σε πρωτοβάθμια και νοσοκομειακή περίθαλψη , ανεξάρτητα από την οικονομική κατάσταση του πάσχοντα. Μετά το 1985 και μέχρι το τέλος της δεκαετίας του 90 όποιος-α ζούσε ή ήταν περαστικός από την ελληνική επικράτεια και αρρώσταινε είχε εξασφαλισμένη την πρόσβαση στο δημόσιο νοσοκομείο , χωρίς να χρειάζεται να πληρώσει τίποτα από την τσέπη του ακόμα και αν δεν διέθετε επίσημη ασφαλιστική κάλυψη.
Τα 186 νέα κέντρα υγείας στην επαρχία , η πρόσληψη 11.000 γιατρών όλων των ειδικοτήτων πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης (θεωρητικά ,γιατί ειδικά στην Αττική πάρα πολλοί διατήρησαν και τα ιδιωτικά τους ιατρεία, παράνομα αλλά με την ανοχή και όλων των κυβερνήσεων) και χιλιάδων άλλων επαγγελματιών υγείας , η απαγόρευση ίδρυσης νέων ιδιωτικών κλινικών και η κρατικοποίηση αρκετών από τις μέχρι τότε λειτουργούσες, καθώς και η αύξηση του δημόσιου προϋπολογισμού για την υγεία-πρόνοια στο 11,5% (από 6,5% στις αρχές της δεκαετίας του ΄80) αποτέλεσαν τις θεσμικές και υλικές προϋποθέσεις για την δωρεάν και καθολική πρόσβαση στην περίθαλψη. Το δωρεάν ακυρώνονταν πολλές φορές στην πράξη από την παραοικονομία και κυρίως από το φακελάκι στις χειρουργικές ειδικότητες , όμως η καθολική και ελεύθερη πρόσβαση ιδιαίτερα στο έκτακτο και στο επείγον υπήρξε για μια 15 ετία (1985-1999) εξασφαλισμένη στις δομές του ΕΣΥ.
Να επισημανθεί επίσης ότι πολύ μεγάλο μέρος των δημόσιων πόρων κατευθύνονταν στην ενίσχυση του ταυτόχρονα ανερχόμενου ιδιωτικού επιχειρηματικού τομέα , μέσω των συμβάσεων των ασφαλιστικών ταμείων στην αρχή με τα μεγάλα διαγνωστικά κέντρα (που εξαιρέθηκαν από την προαναφερθείσα απαγόρευση )και αργότερα στις μεγάλες νέες ιδιωτικές κλινικές (μετά την ανάληψη της κυβέρνησης από τον Μητσοτάκη στις αρχές του ΄90). Είναι αυτό πού ονομάστηκε λειτουργικός παρασιτισμός του ιδιωτικού τομέα υγείας πάνω στο δημόσιο με εκτροπή των πόρων του δεύτερου στον πρώτο, κάτι που για το λαό καλύπτονταν από το γεγονός ότι ο ίδιος δεν πλήρωνε καθώς τα έξοδα χρεώνονταν στο ταμείο. Οι τιμές που χρέωνε στα ταμεία ο ιδιώτης ήταν όμως κατά πολύ μεγαλύτερες από τις αντίστοιχες κρατικές και εν τέλει χρήματα του κοινωνικοασφαλιστικού συστήματος αντί να επιστρέφουν στο δημόσιο για να ενισχύσουν προσλήψεις και υποδομές κατευθύνονταν για να στηρίξουν την κερδοφορία του επιχειρηματικού κεφαλαίου.
Η εφαρμογή νεοφιλελεύθερων πολιτικών από τις αρχές του ’90 οδήγησε μαζί με τις αρχικές αδυναμίες και αντιφάσεις του σε σταδιακή αποδιάρθρωση το ΕΣΥ. Κάτω από την πίεση για δημοσιονομική προσαρμογή και με κεντρική την έννοια των ελλειμμάτων των νοσοκομείων, της δημοσιονομικής πειθαρχίας και της ανάγκης για ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς χωρίς παθητικό στην κυβερνητική επιχειρηματολογία τόσο της κλασικής δεξιάς όσο και της μεταλλαγμένης σοσιαλδημοκρατίας ,επιχειρήθηκε η ιδεολογική αποικοδόμηση του δημόσιου συστήματος υγείας ως αντιπαραγωγικού και αναποτελεσματικού ταυτόχρονα με την έναρξη της υποχρηματοδότησής του και της από τα μέσα ιδιωτικοποίησής του. Μια σειρά από ρυθμίσεις χρησιμοποιήθηκαν:
Η νομοθέτηση των κλειστών προϋπολογισμών το ’97 , η εισαγωγή ιδιωτικοοικονομικών κριτηρίων στη λειτουργία των νοσοκομείων, το πέρασμα αρχικά των υποστηρικτικών λειτουργιών του(σίτιση, φύλαξη, καθαριότητα, πλυντήρια, ιματισμός, συντήρηση κτιρίων ,λογιστήρια) σε ιδιώτες επιχειρηματίες με τη μορφή των εργολαβιών, η καθιέρωση του χιλιάρικου στα τακτικά εξωτερικά ιατρεία επί Σούρλα το ’92 και αργότερα και στα επείγοντα επί Αλέκου Παπαδόπουλου το ’99 (χρησιμοποιώντας ως μοχλό την ρατσιστική εγκύκλιο για την άρνηση παροχής δωρεάν περίθαλψης και κατάδοση στις αρχές των χωρίς χαρτιά μεταναστών ), ο περιορισμός της εσωτερικής δημοκρατίας (αρχίατροι, ατομικές αξιολογήσεις, ενίσχυση του αυταρχικού διευθυντικοκεντρικού μοντέλου λειτουργίας ) , η δραματική υποστελέχωση σε ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό (ιδιαίτερα των μονάδων εντατικής θεραπείας και των νέων τμημάτων και νοσοκομείων που δημιουργήθηκαν στην επαρχία με λεφτά από το κοινοτικά πλαίσια στήριξης) , η απουσία ολόκληρων τομέων παροχής υπηρεσιών από το ΕΣΥ (π.χ. μονάδες αποκατάστασης ), η απαράδεκτη υστέρηση των κρατικών νοσοκομείων σε ξενοδοχειακό εξοπλισμό ,η κατ’ επανάληψη άρνηση συγκρότησης δημόσιας πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας στις αστικές περιοχές (καθώς όλα τα νομοσχέδια που προέβλεπαν οικογενειακό γιατρό για όλους δεν υλοποιήθηκαν ποτέ, ούτε φυσικά τα κέντρα υγείας αστικού τύπου), η απουσία οργανωμένων εκπαιδευτικών προγραμμάτων για τους επαγγελματίες υγείας και η απόλυτη εξάρτηση της επιμόρφωσης των γιατρών από τις φαρμακευτικές εταιρείες, η κατάργηση της κρατικής φαρμακοβιομηχανίας και της κρατικής φαρμακαποθήκης λίγο μετά από την έναρξη λειτουργίας τους ,
Όλα αυτά οδήγησαν στα τέλη του΄90 , πριν την είσοδο στην ΟΝΕ , το δωρεάν και καθολικό(αλλά όχι πλήρες και ποιοτικό) δημόσιο σύστημα υγείας να έχει μετατραπεί σε επιλεκτικό-ανταποδοτικό (πλήρες και ποιοτικό) για όσους έχουν να πληρώσουν και συμπληρωματικό-ανακουφιστικό (προσφέροντας την λεγόμενη ελάχιστη δέσμη υπηρεσιών )για τις ευπαθείς κοινωνικές ομάδες. Η πολιτική υποχρηματοδότησης και υποστελέχωσης του ΕΣΥ , εκχώρησης λειτουργιών του σε ιδιώτες , πριμοδότησης των εισπρακτικών ανταποδοτικών λειτουργιών του σε βάρος των κοινωνικά χρήσιμων , καθώς και ο συνεχής παρασιτισμός του κρατικοδίαιτου ιδιωτικού επιχειρηματικού τομέα πάνω στους πόρους της κοινωνικής ασφάλισης με τις υπερτιμολογήσεις φαρμάκων και υλικών συνεχίστηκαν και εντάθηκαν όλη τη δεκαετία 2000-2009 με τις κυβερνήσεις Σημίτη και Καραμανλή. Προστέθηκαν δε οι συμπράξεις δημόσιου ιδιωτικού τομέα (μέσα από τις οποίες επιχειρήθηκε να περάσει και το μάνατζμεντ των δημόσιων νοσοκομείων σε ιδιώτες ταυτόχρονα με την απόπειρα να παραδοθούν φιλέτα δημόσιας γης σε συγκεκριμένους επιχειρηματίες ), το μεγάλο φαγοπότι με την πολυκλινική του ολυμπιακού χωριού και η πρώτη απόπειρα να παραδοθεί πλήρως όλη η ΠΦΥ στα επιχειρηματικά συμφέροντα με το ΠΔ του Αβραμόπουλου που απελευθέρωνε τη δυνατότητα οποιουδήποτε ιδιώτη μη υγειονομικού να δημιουργεί χωρίς κανένα περιορισμό αλυσίδα μονάδων παροχής εξωνοσοκομειακής περίθαλψης (αυτό που κάνει τώρα ο Λοβέρδος και το ονομάζει «απελευθέρωση του ιατρικού επαγγέλματος»).
Χαρακτηριστικά αναφέρω ότι την 8ετία 1997-2004 τα έσοδα των ιδιωτικών επιχειρήσεων στην υγεία αυξήθηκαν κατά 134% , μόνο το 2005 η αύξηση των κερδών τους έφτασε το 12,5% , ενώ την ίδια χρονιά οι 20 μεγαλύτερες επιχειρήσεις κατείχαν το 66% των κερδών και το 60% αυτών ήταν από πληρωμές των ασφαλιστικών ταμείων.
Έτσι ήδη πριν την υπαγωγή στο ΔΝΤ και την πολιτική των μνημονίων, σύμφωνα με στοιχεία του ίδιου του ΟΟΣΑ και της Eurostat, η Ελλάδα ήταν πρώτη χώρα σε καταστροφικές δαπάνες υγείας, δηλαδή σε νοικοκυριά που πτωχεύουν από αδυναμία να ανταπεξέλθουν στα έξοδα περίθαλψης , ο δημόσιος τακτικός προϋπολογισμός για υγεία-πρόνοια ανέρχονταν και πάλι μόνο στο 6,5% του συνόλου ,έναντι 12,5% μέσου όρου στις χώρες της Ε.Ε., 6% του οικογενειακού εισοδήματος στην Ελλάδα έναντι 2% την Ε.Ε. πήγαινε στην ιατροφαρμακευτική δαπάνη και η σχέση δημόσιων και ιδιωτικών δαπανών υγείας είχε διαμορφωθεί στο 47%-53% , μακράν το χειρότερο σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ και όχι μόνο της Ε.Ε. Οι ίδιοι μάλιστα οργανισμοί τόνιζαν στις εκθέσεις τους την ανάγκη ενίσχυσης του δημόσιου τομέα υγείας , παρά το γεγονός ότι σε άλλα πεδία(π.χ εργασιακές σχέσεις ) οι θέσεις τους και οι ντιρεκτίβες ήταν αντιδραστικές. Με την έναρξη του σταθεροποιητικού προγράμματος όλα αλλάζουν δια μαγείας. Ξαφνικά ανακαλύπτουν όλοι οι αστικοί κύκλοι, ξένοι και ντόπιοι, ότι ξοδεύουμε πολλά για το ΕΣΥ και πρέπει να υπάρξουν δραστικές περικοπές σε όλα τα επίπεδα .
Διακρίνουμε 4 φάσεις στην εφαρμοζόμενη πολιτική από την κυβέρνηση και τους δανειστές ,που αποτυπώθηκε ρητά στα 2 μνημόνια και στις διάφορες επικαιροποιήσεις τους:
1η φάση, πρώτο 9μηνο το2010:
α) 60% περικοπή των λειτουργικών δαπανών για το ΕΣΥ , που το οδηγεί σε άμεση λειτουργική κατάρρευση(πρωτοφανείς ελλείψεις υλικών, ελάττωση των χειρουργείων και των ιατρικών πράξεων , ενώ από την άλλη καταγράφεται ταυτόχρονα 25% αύξηση της προσέλευσης) β) ολοήμερη ιδιωτική λειτουργία σε ιατρεία που πληρώνουν οι ασθενείς και πρόβλεψη νομοθετική ότι από τα έσοδα θα πληρώνεται το προσωπικό τις υπερωρίες του γ) περικοπές στα προγράμματα εφημεριών και στις αποδοχές των υγειονομικών. δ)νόμος Ξενογιαννακοπούλου που στο άρθρο 26 ,προβλέπει ανοιχτά την κατάργηση νοσοκομείων με απλή υπουργική απόφαση.
2η φάση , Σεπτέμβριος 2010 –Απρίλιος 2011: Η ανάληψη της ηγεσίας του υπ. Υγείας από το Λοβέρδο , συνοδεύεται από την ένταση του εισπρακτικού μηχανισμού του ΕΣΥ από τους ασθενείς , όπως προέβλεπε το επικαιροποιημένο μνημόνιο του Αυγούστου. Καθιερώνεται το 3ευρω στα εξωτερικά ιατρεία ακόμα και των κέντρων υγείας που γρήγορα γίνεται 5ευρω, χωρίς στην πράξη να τηρούνται ,καθιερώνεται η πληρωμή από τους ανασφάλιστους στην οποία προαναφερθήκαμε (πάλι όπως και επι Αλέκου Παπαδόπουλου μετά από μια γκεμπελική επίθεση στους μετανάστες που στοχοποιούνται για την δυσλειτουργία και την οικονομική δυσπραγία του συστήματος) καθώς και η πληρωμή(μερική ή ολική) από τους ασφαλισμένους πολλών πράξεων και εξετάσεων.
3η φάση , Μάιος- Οκτώβριος 2011 :
ελάττωση των δομών και του προσωπικού του δημόσιου συστήματος , με το σχέδιο για τις συγχωνεύσεις των 137 νοσοκομείων σε 83 επιχειρείται ο δραστικός περιορισμός των οργανικών θέσεων προσωπικού όλων των κατηγοριών και η κατάργηση χιλιάδων που λειτουργούν σήμερα μέσω της εφεδρείας , το κλείσιμο 4500 υπαρκτών κλινών και 11500 που προβλέπονταν στους οργανισμούς , αλλά δεν είχαν ακόμα αναπτυχθεί, η κατάργηση ολόκληρων νοσοκομείων(πχ ψυχιατρικών) ή τμημάτων τους, το κλείσιμο μονάδων ψυχικής υγείας, προνοιακών δομών όπως τα ΚΕΚΑΜΕΑ, οργανισμών για εξαρτημένους , θέσεων στο ΕΚΑΒ κλπ.
4η φάση Λειτουργική και ιδεολογική –ηθική εξίσωση δημόσιου και ιδιωτικού τομέα:
α)Παραχώρηση 556 καλά εξοπλισμένων κλινών του ΕΣΥ σε ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες αποκλειστικά για τους πελάτες τους, εφόσον αυτές πληρώνουν 20% επιπλέον στο νοσήλιο. β)Πελώρια αύξηση του κλειστού ενοποιημένου νοσήλιου κατά διαγνωστική και θεραπευτική κατηγορία , που σημαίνει κοινωνικό αποκλεισμό και θάνατο για τον ανασφάλιστο , ενώ οδηγεί ταχύτατα σε κατάρρευση τα ήδη διαλυμένα ασφαλιστικά ταμεία από την εισφοροδιαφυγή, την εισφοροκλοπή, την περικοπή της κρατικής χρηματοδότησης και τώρα το κούρεμα στα πλαίσια του PSI γ) εφαρμογή κοινής διοίκησης σε κρατικά και ιδιωτικά νοσοκομεία .
Από την σκοπιά της πολιτικής οικονομίας της υγείας το κεφάλαιο που επενδύει στο λεγόμενο ιατροβιομηχανικό σύμπλεγμα για να διατηρήσει το ποσοστό κέρδους του προσπαθεί να υπαγάγει στην άντληση υπεραξίας και την ίδια τη διανομή της υγειονομικής υπηρεσίας καθεαυτής. Να θέσει στην διαδικασία της κερδοφορίας και συσσώρευσης κεφαλαίου όχι μόνο την παραγωγή φαρμάκου και βιοϊατρικού εξοπλισμού , αλλά το ίδιο το τελικό παραγόμενο προϊόν, τη θεραπευτική πράξη σε όλες της τις μορφές, από την πρωτοβάθμια περίθαλψη μέχρι την αποκατάσταση. Ταυτόχρονα για την αστική εξουσία το κοινωνικό κράτος γενικά είναι ένα σοβαρό βαρίδιο ,ένα κατάλοιπο της μεταπολεμικής εποχής που συμπύκνωνε ένα διαφορετικό συσχετισμό δύναμης, με το λαϊκό παράγοντα σε σαφώς καλύτερη θέση και με το ίδιο το κεφάλαιο σε φάση τότε οικονομικής ανάκαμψης να έχει ανάγκη τη διευρυμένη αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης και άρα και εθνικών συστημάτων υγείας. ΠΟΕ, Παγκόσμια Τράπεζα, ΔΝΤ, ΕΚΤ προωθούν με κάθε τρόπο την ιδιωτικοποίηση των δημόσιων συστημάτων και του ασφαλιστικού συστήματος ,έχουν απόλυτη ηγεμονία πάνω στον ΠΟΥ και σήμερα αξιοποιούν τον υπερδανεισμό των χωρών για να επιβάλλουν την πολιτική τους . Το ελεύθερο εμπόριο , η ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων και εργατικής δύναμης μπαίνει καταστατικά πάνω από το δικαίωμα στην υγεία. Παρά την γενική κυριαρχία της όμως η αστική πλευρά επιδιώκει να αποκρύπτει τον ταξικό χαρακτήρα της επίθεση πάνω στην δημόσια κα δωρεάν υγεία. Προσπαθεί να παρουσιάσει τις επιλογές της ως ουδέτερες και αντικειμενικές , ως τεχνοκρατικά αναγκαστικές μεταρρυθμίσεις που υπηρετούν το γενικό καλό και αδήριτες αναγκαιότητες. Γι αυτό χρησιμοποιεί επιτροπές ειδικών και «σοφών».(όπως αυτή για τις συγχωνεύσεις των νοσοκομείων με επικεφαλής τον περίφημο Λιαρόπουλο). Η σύνθεση των επιτροπών, τα στοιχεία που τους δίδονται και τα ερωτήματα που τους τίθενται ουσιαστικά υπαγορεύουν και τα συμπεράσματα που εξάγουν και όλως τυχαίως αποτελούν πάντα τις επιλογές της πολιτικής εξουσίας που χρηματοδοτεί αυτές τις επιτροπές. Κοινό χαρακτηριστικό όλων των πορισμάτων και των εκθέσεων είναι πως όταν αναδεικνύουν τις αδυναμίες του δημόσιου συστήματος περίθαλψης ,ποτέ δεν κάνουν προτάσεις για την βελτίωση και ενίσχυσή του ,αλλά πάντα τις χρησιμοποιούν ως επιχείρημα για την περαιτέρω συρρίκνωσή του η ιδιωτικοποίησή του.
Επίλογος
Η αποδιάρθρωση λοιπόν του δημόσιου συστήματος υγείας ξεκίνησε με την γέννησή του και έχει ουσιαστικά ολοκληρωθεί μέσα από τη διαπλοκή του με τις αρχές, την φιλοσοφία και τον κυνισμό του ιδιωτικού επιχειρηματικού τομέα και κάτω από την ασφυκτική πίεση του δραστικού περιορισμού των κρατικών δαπανών. Η ιδιωτικοποίησή του έχει και αυτή κατά το μεγαλύτερο μέρος της συντελεστεί, υπηρετώντας την ανάγκη του κεφαλαίου για διατήρηση της κερδοφορίας του την περίοδο της κρίσης και καθιστώντας την υγεία από ύψιστο κοινωνικό δικαίωμα και ανάγκη σε εμπόρευμα. Για την μεγάλη λαϊκή πλειοψηφία η γρήγορη ανατροπή αυτής της πολιτικής και φυσικά αυτών που την υλοποιούν είναι κυριολεκτικά ζήτημα ζωή και θανάτου. Η Αριστερά οφείλει να θέσει άμεσα στην πρώτη θέση του δημόσιου λόγου και των δράσεών της αυτήν την ανατροπή και να περιγράψει ξανά ένα ολοκληρωμένο, καθολικό, ποιοτικό και δωρεάν για όλους σύστημα υγείας από την πρόληψη μέχρι την αποκατάσταση. Οι θέσεις της θεματικής υγείας στις οποίες είχαμε καταλήξει τον Απρίλιο του2009 κατά την προγραμματική συνδιάσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ, με μια στοιχειώδη επικαιροποίηση και σε συνδυασμό με ριζοσπαστικές θέσεις για την ανατροπή της άγριας εκμετάλλευσης των μισθωτών και της καταλήστευσης του περιβάλλοντος και του δημόσιου πλούτου από το κεφάλαιο και τους δανειστές μας ,μπορούν να αποτελέσουν οδηγό για κινηματική αντεπίθεση παρατεταμένη και αποτελεσματική.
*Γενικός Γιατρός Επιμ. Ά ΕΣΥ
μέλος του Γενικού συμβουλίου της ΟΕΝΓΕ
μέλος του Κοινωνικού Ιατρείου Αλληλεγγύης Θεσσαλονίκης
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην ''ΕΠΟΧΗ'',11/3/2011
Πηγή :http://www.tometopo.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Δεν επιτρέπονται σχόλια υβριστικού και ρατσιστικού περιεχομένου.