Τρίτη 10 Απριλίου 2012

"RealPolitik" μέρος πρώτο

του Άρη Τσιούμα
(λόγω του όγκου του κειμένου θα δημοσιευτεί σε δύο μέρη)



Μια ανάλυση πάνω στην πολιτική συγκυρία & μια πρόταση για ένα Πλαίσιο Διαλόγου πάνω στην Οργάνωση των δυνάμεων του Κοινωνικού Επαναστατικού Αναρχικού Κινήματος


"Πολλά ψέματα είπαμε, ολα-ολα 
Άς πούμε και μι’ αλήθεια, βατσιτσελο-βατσιτσό
[Παιδικό Τραγουδάκι]





Αντί Προλόγου


Αυτό είναι ένα μη-ουδέτερο κείμενο για την πολιτική συγκυρία. Αυτό δεν σημαίνει ότι επιθυμεί να είναι χυδαίο, τουλάχιστον όχι με τον κοινό τρόπο. Το μνημόνιο II είναι γεγονός από 13-2-2012 και πάμε παρακάτω. Η ιστορία δεν τελειώνει ποτέ. Αυτό που είναι άξιο ερεύνης είναι οι πολιτικές ανακατατάξεις, οι οποίες μοιάζουνε θαρρώ με ένα σωρό από σκατά. Χιλιάδες μύγες συνωστίζονται από πάνω τους για να τα μελετήσουν με ηλίθιο ύφος αλλά παραδόξως ουδεμία χώνει τα χέρια της -ή τα πόδια της αν προτιμάτε- για μια βαθύτερη διερεύνηση. Αυτό όμως είναι που έχει νόημα σήμερα. Μια ανάλυση της συγκυρίας, η οποία μπορεί να έχει ως αφετηρία τους πολιτικούς χώρους αλλά θέλει να τους διαπλέξει σε μια επεξεργασία που δεν θα έχει στόχο την εμμονή στην κατάδειξη ρηχών σημαινόμενων γύρω από το κλασσικό δίπολο πρόσωπα-διαπλοκή, αλλά την ανάδειξη των βαθύτερων κοινωνικών εκπροσωπήσεων και συμφερόντων. 

Η Τρόικα: [Ε.Ε.,Δ.Ν.Τ.,Ε.Κ.Τ.κλπ] Οι δανειστές, δηλαδή οι τοκογλύφοι, οι «κερδοσκόποι», τίποτε παραπάνω και τίποτε λιγότερο από την κυρίαρχη στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ διεθνή καπιταλιστική συμμαχία που ελέγχει την πολιτικό-οικονομική σφαίρα της υφηλίου, άλλοτε συνεργαζόμενη κι άλλοτε ανταγωνιζόμενη τις υπόλοιπες παγκόσμιες καπιταλιστικές ολοκληρώσεις σε μια διαρκή αλληλεπίδραση μαζί τους. Το κέντρο της κεφαλαιοκρατικής συσσώρευσης, σε συνεργασία με τις τοπικές ελίτ, [την συμμαχία δηλαδή του αστικού πολιτικού προσωπικού, με τους κατόχους των εθνικών κεφαλαίων και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα κάθε χώρας] που χαράσσει μια διεθνή πολιτική, η οποία υπερασπιζόμενη τόσο τα διεθνή συμφέροντα των ελίτ όσο και ειδικότερα τα τοπικά, μετατρέπεται σε εθνική πολιτική μέσω της επιβολής της από τον αστικό πολιτικό σχηματισμό κάθε χώρας. 

Μετά από την κρίση υπερσυσσώρευσης που εκδηλώνεται ανοιχτά από το 2008-2009 και η οποία από τα μέσα προπαγάνδας των αστών εμφανίζεται ως κρίση υπερχρέους πολλά έπρεπε να αλλάξουν. Και φυσικά εδώ δεν εννοούμε τα πολλά που έχουν ήδη λεχθεί και αφορούν στον τρόπο διαβίωσης στους μισθούς, στις συντάξεις κλπ. Το προηγούμενο βιοπολιτικό πλαίσιο διαχείρισης του καπιταλισμού, η σοσιαλδημοκρατία, εμφάνισε μια συγκυρία [που λόγω της χρονικής της έκτασης πήρε χαρακτήρα εποχής], ως το μοναδικό «φυσιολογικό» πλαίσιο διαχείρισης στο συλλογικό φαντασιακό. Οι εταιρίες θα δουλεύουν, η υπεραξία θα καρπώνεται, το πετσοκομμένο μέρισμά της θα επιστρέφεται στον εργαζόμενο για να καταναλωθεί και να καθαγιαστεί η διαδικασία ως η μόνη αληθινή και αλάθητη κατάσταση που πάει την ανθρωπότητα κάθε μέρα ένα βήμα μπρος. Με απλά λόγια ο κόσμος του δευτέρου μισού του 20ου αιώνα πίστεψε ανεπανόρθωτα σχεδόν ότι η κτηνωδία του καπιταλισμού έχει όρια. 

Τα 3χρονα παιδάκια που εργάζονταν στα λαγούμια των Αγγλικών ανθρακουπόλεων ως το 1900 ήταν πολύ μακριά χρονικά ενώ τα αντίστοιχα 3χρονα σε κάποια Ταιβάν ή Ταυλάνδη που σκοτώνονται σήμερα στα εργατικά ατυχήματα είναι πολύ μακριά χωρικά από τα αφελή ή αδιάφορα μάτια της δυτικής κοινωνίας δικαίου. 

Ωστόσο να που εγένετο κρίση. Στην καρδιά του κτήνους, του δυτικού πολιτισμού. Κι έρχεται τώρα να απαντήσει ο καθένας, ασχέτως της ευρυμάθειας που κατέκτησε στο δημόσιο σχολείο της μαζικής εκπαίδευσης -γέννημα θρέμμα της προηγούμενης [νεκρής πια] σοσιαλδημοκρατικής διαχείρισης- τις πταίει; Και κάτι περισσότερο. Μπροστά στα μάτια του πλέον καλοπροαίρετου αφελούς, εκτυλίσσεται μια παράλογη -κατά τη γνώμη του- τραγωδία. Ότι γνώριζε μέχρι σήμερα ως θέσφατο του ανταγωνιστικού και άνισου αλλά αναγκαίου, με ορισμένους κανόνες παιχνιδιού έχει ανατραπεί. Δεν θα δουλεύει πλέον 8 ώρες γιατί θα δουλεύει παραπάνω με τα ίδια χρήματα, εάν δεν είναι άνεργος. Δεν θα υπάρχει συλλογική σύμβαση. Είναι δυνατόν να μην σου κολλά κανείς ένσημα, είναι μπορετό να μην βγεις ποτέ στη σύνταξη, να μην έχεις για χρόνια ή και ποτέ ιατροφαρμακευτική κάλυψη, είναι δυνατό να παίρνεις 300Ε μισθό για 12ωρη δουλειά, είναι δυνατόν να μην πληρώνεσαι καθόλου για μήνες ή χρόνια με διάφορες δικαιολογίες, είναι δυνατόν η ανεργία να είναι πάνω από 25%, είναι δυνατόν να μην έχεις ηλεκτρικό ρεύμα τον 21ο αιώνα, είναι δυνατόν να σου πάρουν το σπίτι σε ένα απόγευμα, είναι δυνατόν να μείνεις άστεγος ενώ υπάρχουν εκατομμύρια άδεια σπίτια, είναι δυνατόν να πεινάσεις ενώ ποτέ πριν στην ανθρώπινη ιστορία τα αγαθά δεν ήταν περισσότερα και η παραγωγή τους τόσο εύκολη, και η δυνατότητα διανομής τους τόσο μεγάλη. 

Ποιος ορίζει ότι όλα αυτά είναι δυνατά; Το καπιταλιστικό σύστημα όπως εκφράζεται από τις διεθνείς ολοκληρώσεις του και τις εθνικές συμμαχίες του. Μα πως είναι δυνατόν; Δεν γνωρίζουν όλοι αυτοί οι «καθ’ ύλην αρμόδιοι» ότι εάν δεν επιστρέψεις ένα κομμάτι της υπεραξίας στον εργαζόμενο δεν θα μπορέσει να καταναλώσει και τότε τι θα απογίνουν όλα τα υπέροχα προϊόντα που παράγουν οι θαυμάσιες εταιρίες; Φυσικά οι ελίτ δεν έχουν τρελαθεί, ούτε έχουν τάσεις αυτοχειριασμού. Γνωρίζουν πολύ καλά ότι το πόσο από αυτό το κομμάτι που επιστρέφει είτε ως μισθός είτε ως «κοινωνική παροχή» [όροι από την παλιά εποχή] στους εργαζόμενους, είναι το βασικό επίδικο της ταξικής πάλης. Μιας πάλης η τροπή της οποίας, τα τελευταία χρόνια δεν μπορεί να αδικήσει την επιλογή τους για ολοκληρωτική επίθεση όχι απλά σε δικαιώματα αλλά σε ζωές. Η αλήθεια της παλαιάς δήλωσης ότι τα δικαιώματα κατακτιούνται, δεν χαρίζονται χάσκει γυμνή, αρκετά πιστευτή σε όποιον ακόμα διερωτάται «τις πταίει». Τέλος, μπορούμε πια να υπογραμμίσουμε το οριστικό διαζύγιο της καπιταλιστικής θεώρησης από τις διαφωτιστικές ρίζες που επικαλούνταν κάθε φορά που μια ανταγωνιστική διαδικασία έπαιρνε χαρακτήρα άρνησης της πραγματικότητας του. 

Με λίγα λόγια η παραδοσιακή φιλελεύθερη φύτρα του ρασιοναλιστικού και υλιστικού κοινωνικού δαρβινισμού, η οποία εκφραζόταν υπό το πρίσμα «ο αξιότερος επιβιώνει» ανατρέπεται για μια νέα παραλλαγή του εκφασισμένου ολοκληρωτικά πια καπιταλιστικού κοινωνικού δαρβινισμού. Διατηρώντας μονάχα τον υλισμό του, υπό το περίβλημα του κυνισμού και [αναφερόμενος πάντα στη βάση της παραγωγής] με όρους εξαίρεσης από την παραγωγή ορίζει πλέον τη «νέα» θεωρητική αποκάλυψη της «ζωής που είναι άξια να βιωθεί» πετώντας στα σκουπίδια εκατομμύρια ζωές που απλά περισσεύουν. 


Ουσιαστικά είναι η «από άλλο δρόμο» ταύτιση του καπιταλισμού με τον ναζισμό, αφού με τον ίδιο τρόπο που η «εργασία απελευθέρωνε» στο Άουσβιτς, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο «απελευθερώνει» η ανεργία στα σύγχρονα μικρά ή μεγαλύτερα Νταχάου των μητροπολιτικών κέντρων του παγκόσμιου καπιταλισμού. 


Ορίστε λοιπόν, ποιος μπορεί να κατηγορήσει τους καπιταλιστές ότι δεν κάνουν RealPοlitik; Μήπως χάνουν χρήματα από την όλη διαδικασία; Καθόλου, μάλλον ο κύκλος εργασιών τους ανοίγει. Οι οποιουδήποτε τύπου ηθικές αιτιάσεις ποτέ δεν ενδιαφέρανε τους αστούς ήδη από τις πρώτες μέρες της ιστορικής περιόδου όπου κατόρθωσαν να εκθρονίσουν την παλιά τάξη για να καταλάβουν την κορυφή της κοινωνικής πυραμίδας. 


Η εκλογίκευση της ανισότητας παραμένει ακέραια, το μόνο που αλλάζει είναι η ένταση και η ποσότητα[1]. Υπερασπίζονται με τον καλύτερο τρόπο τα συμφέροντά τους, και μανιπουλάρουν την πολιτική έτσι ώστε να οριοθετεί μια οικονομία που θα συνεχίσει να αναπαράγει την ίδια κατάσταση. Ας δούμε ποιοι «δεν έχουν αυταπάτες» και στέκουν στο πλευρό τους αταλάντευτα. Επίσης έχει σημασία να δούμε ποιοι είναι γεμάτοι αυταπάτες και στέκουν στο πλευρό τους τάχα «ταλαντευόμενοι». Στο τέλος αυτού του κειμένου θα δούμε και κάποιους τρόπους του να κάνεις πολιτική και αντίσταση απέναντί τους. 


ΠΑΣΟΚ: Προοίμιο της κατάρρευσης ενός πολιτικού συστήματος δυτικού τύπου αποτελεί η ένδειξη αδυναμίας τοποθέτησης ενός πολιτικού σχηματισμού στο αξεπέραστο -μέχρι σήμερα- φάσμα της μεταδιαφωτιστικής τοποθέτησης με όρους δεξιάς-αριστεράς. Ποιος από τους ορκισμένους ψηφοφόρους [ευνοημένους, βολεμένους, μισοβολεμένους, ή απλά ηλίθιους] του ΠΑΣΟΚ, ειδικότερα αυτούς τους «προοδευτικούς» που ψήφιζαν ΠΑΣΟΚ όχι γιατί ήταν λαμόγια αλλά με το απαράμιλλο επιχείρημα στα χείλη «για να μην βγει η δεξιά» μπορούν να μας πουν τι βγήκε τελικά μετά την νίκη του κόμματος που υποστήριξαν στις εκλογές; 


Οι αφελείς που τώρα αρχίζουν να καταλαβαίνουν, θα κατανοήσουν στρεβλά το προφανές. Θα απαντήσουν ότι βγήκε δεξιά. Μα η δεξιά με όρους ιδεολογικής επικυριαρχίας βγαίνει εδώ και πάνω από 50 χρόνια. Όταν στο βασικό κυρίαρχο επί των πάντων ερώτημα, εάν θα ζήσουμε -ή θα προσπαθήσουμε τουλάχιστον να ζήσουμε- όλοι ως ίσοι άσχετα από μια «αξιοσύνη» που ζέχνει κοινωνικό δαρβινισμό, οι «σοσιαλιστές» απάντησαν με αξιολόγηση και οι σοσιαλιστές με τον υπαρκτό «σοσιαλισμό» που σήμαινε αξιολόγηση μετά ξύλου δηλαδή σε κάθε έκφανση της ζωής. Σοφιστείες θα πει κάποιος. Ωραία λοιπόν ας κόψουμε τις μάλλον δυσνόητες εξυπνάδες και ας επανέλθουμε στο πολιτικό σκηνικό με όρους πιο ξεμακιγιαρισμένης ανάλυσης. Άλλωστε αυτή πονάει πιο πολύ. Θα συμφωνήσουν οι πιο παρατηρητικοί ότι το να ψηφίσεις ΠΑΣΟΚ γιατί «λεφτά υπάρχουν» και θα γίνουν «μικρές αλλά σημαντικές για την περίοδο αυξήσεις» (!)και αντ’ αυτού να κυβερνά ένας τραπεζίτης [από αυτούς που η σιχασιά του λαού εναντίον τους δεν χωρά σε γκάλοπ εκτός αν αποδεχτούμε την αλήθεια ότι για πρώτη φορά νούμερα που εμφανίζονται μόνο σε χουντικά δημοψηφίσματα αντικατοπτρίζουν απλά κι αβίαστα την αλήθεια], μαζί με το πιο σκληροπυρηνικό κομμάτι ΠΑΣΟΚΩΝ, τη ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ (ναι αυτή που ψηφίσαμε ΠΑΣΟΚ για να μην βγει) μαζί με το νέο-φασιστικό ΛΑΟΣ του Καρατζαφέρη -είναι αλήθεια έκανε φιλική συμμετοχή- είναι πολύ μακριά από ότι περίμενε και ο πλέον «κοψοχέρης» ψηφοφόρος. Όλα αυτά ενώ πλέον έχει χαθεί ακόμα και αυτή η δεδηλωμένη από το κόμμα το οποίο σε εκείνες τις εκλογές που μοιάζει να είχαν γίνει όχι 3 αλλά 13 χρόνια πριν κάνουν τους πιο υπομονετικούς να μιλούν για συνταγματική εκτροπή και τους πιο παρατηρητικούς για ξεκάθαρη κοινοβουλευτική χούντα[2]


Οπότε έχουμε μια δεξιά, μια πιο δεξιά και μια πολύ πιο δεξιά παράταξη, [μιας και έχει καταρρεύσει το σύστημα πολιτικής εκπροσώπησης με όρους προθέσεων ο καθένας μπορεί να τοποθετήσει την καθεμιά παράταξη σε όποιο σημείο του φάσματος από δεξιά έως πιο δεξιά σύμφωνα με τα εντελώς προσωπικά του κριτήρια] έναν -δεξιό- τραπεζίτη να εμφανίζεται ως αρχηγός όλων και μια χουντική εκτροπή την οποία οι από πάνω δεν έχουν κανένα συμφέρον να την ανακοινώσουν και οι από κάτω μια τεράστια φοβία να την παραδεχτούν, αφού έχουν διδαχθεί από παιδάκια ότι στη «δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα». Που εν μέρει βέβαια είναι μια πελώρια αλήθεια. Δυστυχώς το μάθημα που θα απαντούσε «για ποιόν» δεν παραδόθηκε ποτέ. 


Παρότι όλο αυτό το σκηνικό εμπεριέχει επανειλημμένως τον μάλλον ρηχό όρο ώστε να περιγραφεί η κατάσταση «δεξιά» το τελικό αποτέλεσμα ξεπερνάει κατά πολύ το μπαμπούλα της δεξιάς που δεν τρομάζει πια κανένα παιδάκι. Θεωρητικά μιλήσαμε πιο πάνω τί σημαίνει όλη αυτή η ανακατάταξη. Σε όρους πραγματικότητας σηματοδοτεί τη –προσωρινή ευελπιστούμε αλλά καίρια- νίκη των δυνάμεων του κεφαλαίου επί των δυνάμεων της εργασίας, απότοκο της οποίας είναι οι «δυνατότητα» μη-ζωής για μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας. Είπαμε πιο πάνω γιατί η «τρόικα» κάνει RealPolitik. Τα συμφέροντα της υπερκαλύπτονται από την ανεμπόδιστη εφαρμογή του σχεδίου που ως βασικούς πυλώνες έχει το τσάκισμα των δυνάμεων της εργασίας [και για να μην κατηγορηθούμε για αοριστολογίες αυτό σημαίνει το τσάκισμα των ανθρώπων που ζουν κυρίως από την εργασία τους ή χρειάζεται να εργαστούν για να ζήσουν και των οικογενειών τους], την εξολόθρευση κάποιων τοξικών κεφαλαίων, την καταστροφή κάποιων παραγωγικών δομών και την αντικατάστασή τους από άλλες πιο ανταγωνιστικές και ακόμα πιο κερδοφόρες. Πιο ανταγωνιστικές απέναντι στην δύναμη της εργασίας και πιο κερδοφόρες μετά την συντριβή τόσο του μισθολογικού όσο και του μη-μισθολογικού κόστους. 


Μέχρι εδώ όλα καλά (που λέει ο λόγος). Στην πολιτική αρένα όμως τι συμβαίνει; Οι τελευταίες διαγραφές, οι αρνήσεις κομματιού του αστικού μπλοκ μπορεί να θόλωσαν τα νερά κυρίως για όσους ήθελαν να θολώσουν λίγο, ώστε να αναδειχθεί μια δήθεν ελπίδα ότι θα δοθεί λύση εντός συστήματος ή αλλιώς ότι «θα πιάσουν ψάρι χωρίς να βρέξουν κώλο». 


Τίθεται λοιπόν το ερώτημα είναι προδότες οι πολιτικοί ή κάτι άλλο φταίει; Αναγκαία συνθήκη για να υπάρξει η έννοια της προδοσίας είναι η ύπαρξη μιας ενοποιημένης κοινότητας συμφερόντων σε πραγματικό ή φαντασιακό επίπεδο, την οποία κάποιος ή κάποιοι από τα μέλη της, την διαρρηγνύουν για να περάσουν σε μια θέση η οποία de facto θεωρείται εχθρική και αταίριαστη. Κι εδώ έρχεται το ερώτημα ποια κοινότητα συμφερόντων μοιραζόταν τάχα ο εργαζόμενος της Ναυπηγοεπισκευαστικής Ζώνης, ο άνεργος των δυτικών προαστίων, ο φοιτητής που πρέπει να δουλεύει χωρίς ένσημα και να πληρώνει για τις «δωρεάν» σπουδές του, ο μετανάστης που χτίζει το σπίτι στα βόρεια προάστια, ο μαθητής που εκτελείται στα Εξάρχεια, ο αγρότης στο μπλόκο του Προμαχώνα, ο κλέφτης τραπεζών, ακόμα και ο δαιμονοποιημένος δημόσιος υπάλληλος των 1000Ε καθαρά μετά από 20 χρόνια εργασίας με το πολιτικό προσωπικό; Εδώ θα πρέπει να επιλέξουμε. Τρία σενάρια υπάρχουν. Το πρώτο θέλει το έθνος να οριοθετεί αυτή τη μυστικιστική κοινότητα. Είμαστε όλοι Έλληνες οπότε έχουμε κοινά συμφέροντα, οπότε μας πρόδωσαν και πήγαν με τους ξένους. Το σενάριο αυτό που καταναλώνεται κυρίως από τις πιο καθυστερημένες πολιτικά λαικές τάξεις ακροδεξιών ιδεολογικά πεποιθήσεων δεν εξηγεί γιατί τότε θα πρέπει να αγανακτούμε για τις εκατοντάδες περιπτώσεις μιζών οι οποίες ήταν το αγαπημένο χόμπυ των πολιτικών ελίτ τόσα χρόνια. Σε ελληνικά χέρια κατέληξαν τα χρήματα. Αντιθέτως θα μπορούσαμε να πανηγυρίζουμε κιόλας καθώς οι παμπόνηροι συνέλληνες πολιτικοί είναι οι μοναδικοί που κατάφεραν να τα αρπάξουν από τους άθλιους καταστροφείς Γερμανούς. 


Δεν μπορώ να πιστέψω ότι έχει ξεχάσει κάποιος ότι τεράστια ποσά από την γερμανικών συμφερόντων SIEMENS κατέληξαν σε τσέπες Ελλήνων πολιτικών. Δεύτερο σενάριο. Υπάρχει κοινότητα συμφερόντων, μέσω της κοινωνικής διαφθοράς. Αυτό τα σενάριο καταναλώνεται ευρέως από πιο προωθημένα πολιτικά μικροαστικά και μεσοαστικά στρώματα που έχουν τη φωλιά τους χεσμένη, και κρίνοντας εξ’ ιδίων τα αλλότρια θεωρούν ότι τα λαμόγια που φίλησαν κατουρημένες ποδιές για να τους βολέψει κάποιος πολιτικός σε μια θέση αποτελούν την συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού. Όχι απλά δεν καταλαβαίνουν σήμερα γιατί εκατομμύρια συμπολίτες τους που δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα εξαγριώνονται και εξεγείρονται όταν ακούν το πιο ογκώδες παράσιτο του πολιτικού προσωπικού να δηλώνει με την αλαζονεία που του δημιουργεί η μη αίσθηση κινδύνου ότι «όλοι μαζί τα φάγαμε», αλλά συντάσσονται μαζί του. 


Ακόμα όμως και οι ίδιοι όταν καταλάβουν ότι οι «μεταρρυθμίσεις» δηλαδή η άγρια καπιταλιστική αναδιάρθρωση μπορεί να εξαφανίσει την μέχρι χθες τάχα εξασφαλισμένη οργανική τους θέση, ακόμη και στο δημόσιο πετώντας τους σταδιακά στο περιθώριο, και εφόσον παρατηρήσουν ότι η θέση του «συντρόφου» [«μαζί τα φάγαμε] μένει αλώβητη και ο «σύντροφος» μπορεί να συνεχίζει να παρασιτεί χωρίς να δουλεύει θα πετάξει το σενάριο 2 στον κάλαθο των αχρήστων. Υπάρχει και το τρίτο σενάριο που λέει ότι ποτέ όλοι οι προαναφερόμενοι της κοινωνικής βάσης δεν ανήκαν ποτέ σε οποιαδήποτε πραγματική κοινότητα συμφερόντων με τους εξουσιαστές. Η μόνη σχέση που είχε ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνικής βάσης με το πολιτικό προσωπικό και ευρύτερα με το πολιτικό σύστημα ήταν οι αλυσίδες της υποτέλειας που το έδεναν σε μια επίφαση συναίνεσης με το υπάρχον. Οι χιλιάδες ακάλυπτες ανάγκες όμως της κοινωνικής πλειοψηφίας που γεννιούνται κάθε μέρα σπάν σιγά-σιγά τις αλυσίδες. 


Αυτή η σχέση υποτέλειας που βασίζεται στην παρουσία- συναίνεση της βάσης για την διάπραξη του εγκλήματος στο σώμα της, έχει μια ιδιαίτερη σημασία για την ανάγνωση των τελευταίων εξελίξεων. Το αστικό πολιτικό προσωπικό τα τελευταία χρόνια έχει γίνει ιδιαιτέρως αναλώσιμο λόγω της κρισιμότητας των καταστάσεων. Όλοι οι εκπρόσωποί του, αναλαμβάνουν ειδικές αποστολές οι οποίες εξυπηρετούν τις ανάγκες του καθεστώτος «έκτακτης ανάγκης» που βρίσκεται σε πλήρη ανάπτυξη. Ο Παπανδρέου ας πούμε για να «κλείσει» το μνημόνιο Ι, και το μεσοπρόθεσμο, ο Παπαδήμος για το PSI, ο Σαμαράς για το Μνημόνιο ΙΙ, ο Καρατζαφέρης για να φαίνονται πολλοί, ο Κουβέλης για να φαίνονται ανθρώπινοι, (ανατριχιαστικό), η Ντόρα για να μη φαίνονται ανθρώπινοι, ο Στέλιος Ράμφος για να φαίνεται ότι φιλοσοφούνε μετά μαλακίας, η Χρυσή Αυγή εάν δεν θέλουν να φαίνονται καθόλου, οι ΚΚΕδες για να μην πάει τίποτα στραβά, ο Τσίπρας μήπως 1 στο εκατομμύριο πάει κάτι στραβά και η λοιπή αριστερά που εάν πάει κάτι στραβά αυτή δεν θα είναι εκεί. Με κάτι άρματα, οικολόγους και πράσινα άλογα δεν ασχολιόμαστε γιατί δεν ασχολιόμαστε με κάθε μαλακία αλλά με τις σημαντικότερες.


Αυτό λοιπόν το αναλώσιμο προσωπικό των κυβερνητικών κυρίως πολιτικών σχημάτων έχει χωριστεί προσωρινά με βάση όχι βέβαια το πόσο ευαίσθητος είναι ο καθένας απέναντι στα βάσανα του λαού ή κάτι παρόμοιο αλλά λόγω του ότι το σύστημα πρέπει να αναδιατάξει όλες τις εφεδρείες του στη σκακιέρα έτσι ώστε οι δυνάμεις του να εμφανίζονται σε όλα τα κέντρα δύναμης και εξουσίας. Έτσι λοιπόν η ηγεσία των καθ’ αυτό αστικών πολιτικών σχηματισμών του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ έχει προσδεθεί γερά γύρω από το κέντρο εξουσίας που συγκροτεί η διεθνής καπιταλιστική ολοκλήρωση όπως αυτή παρουσιάζεται σήμερα. 


Η ολοκληρωτική συμμετοχή των ελληνικών αστικών κομμάτων στα σχέδια του διεθνούς καπιταλιστικού σχηματισμού και η υποταγή του λόγω των κοινών ταξικών συμφερόντων δεν αμφισβητείται, δεδομένου ότι ο μόνος τρόπος απαγκίστρωσης θα ήταν η προσκόλληση σε άλλο κέντρο διεθνούς εξουσίας, η οποία θα επικυριαρχούσε στο προαναφερόμενο. Κάτι τέτοιο δεν μπορεί να συμβεί τώρα. Η ηγεσία των πολιτικών αστικών σχηματισμών θα αποτελούν τους ιμάντες μεταφοράς της πολιτικής της δυτικής κεφαλαιοκρατικής ολοκλήρωσης. Στο πλευρό τους θα έχουν τους μοναδικούς που μοιράζονται μαζί τους μια αρκετά συμπαγή κοινότητα συμφερόντων, το μεγάλο εθνικό κεφάλαιο, όλων των τύπων. 


Από την άλλη πλευρά, δεδομένου ότι παρά την συνταγματική εκτροπή το πολιτειακό καθεστώς δεν έχει μεταβληθεί[3] και κάποτε μέσα στον επόμενο χρόνο θα πρέπει να γίνουν εκλογές, ένα κομμάτι του αστικού μπλοκ [κυρίως το μεσαίο στελεχικό δυναμικό του, μέσης ηλικίας] δεν θα καεί αλλά θα κρατήσει τάχα αποστάσεις κατόπιν εορτής από την πολιτική της τρόικας για να επανέλθει στις εκλογικές περιφέρειες να μαζέψει ότι περισσότερο είναι δυνατόν. Ειδικότερα οι «ανεξάρτητοι» πλέον Πασόκοι έχουν αναλάβει την ειδική αποστολή προσεταιρισμού των πιο καθυστερημένων πολιτικά μερίδων της εργατό-αγροτικής και μικροαστικής τάξης, -κυρίως της επαρχίας- [το πάλαι ποτέ λαικό ή παπανδρεικό ΠΑΣΟΚ] και την επαναπρόσδεσή τους -στην καλύτερη περίπτωση- στο αναστημένο υπό τον Βενιζέλο ΠΑΣΟΚ, ειδάλλως θα πρέπει απλά να δημιουργήσουν σχηματισμούς-δορυφόρους του ΠΑΣΟΚ και του Κουβέλη ώστε να μην περάσουν ολόκληροι μηχανισμοί του ΠΑΣΟΚ στην αριστερά. 


Μια επιπλέον αποστολή είναι να διατηρήσουν τον έλεγχο πάνω στις συνδικαλιστικές δυνάμεις τις ΠΑΣΚΕ. Η επιλογή της δήθεν αποστοίχισης από την πολιτική των τροικανών ενός σημαντικού κομματιού της προαναφερόμενης μερίδας του αστικού πολιτικού προσωπικού είναι απλά άλλος ένας γύρος ανάπτυξης του οργανωμένου σχεδίου της ίδιας ως άνω πολιτικής. Το πόσοι, το ποιοι, το σε πια χρονική περίοδο δηλαδή αρκετά κοντά στις εκλογές ώστε να θυμάται ή μάλλον να θέλει να θυμάται κάποιος την «αντίσταση» και όχι την στοίχιση, αρκετά μετά όμως από τις κρίσιμες αποφάσεις έτσι ώστε να μην δημιουργήσουν σοβαρά προβλήματα στο σχέδιο και στους εαυτούς τους, οι «ανεξάρτητοι» βουλευτές εκτός από βαθιά εξαρτημένοι είναι και οι μεγαλύτεροι καραγκιόζηδες που έχουν παρελάσει από το υπερλούξ στρατόπεδο συγκέντρωσης παρασίτων, το κοινοβούλιο. 

Νέα Δημοκρατία: Στον έτερο κεντρικό πολιτικό πυλώνα στήριξης της ντόπιας και διεθνούς ελίτ τα πράγματα ήταν πιο περίπλοκα. Η περίοδος διακυβέρνησης της, εξέπεμψε σε διευρυμένα κοινωνικά στρώματα την αίσθηση μιας τραγωδίας στην οποία κεντρικό ρόλο είχε το χάος. Το γεγονός ότι ακόμα δεν είχε αποφασίσει το σύστημα προπαγάνδας να «βγάλει στη φόρα» τα «πραγματικά» νούμερα του «χρέους» λόγω της προεκλογικής διαδικασίας, ώστε να μπορεί να κάνει χρήση τους μετεκλογικά σε μια ακόμη εφαρμογή του «δόγματος του σόκ», έκανε τον υποψήφιο της δεξιάς να μοιάζει ως ο μοναδικός σκληρός ηγέτης που ζητά «μηδενικές αυξήσεις» σε σύγκριση με τον «γαλαντόμο» υποψήφιο των σοσιαλιστών. 


Την επομένη των εκλογών οι ελίτ μέσω των ΜΜΕ θα τραβήξουν σε μια «εντελώς θεατρική κίνηση» την κουρτίνα που κρύβει τη σαβούρα της δράσης των διεθνών χρηματοπιστωτικών απατεωνιών. Ο Παπανδρέου -άγνωστο αν αυτό έχει γίνει πριν ή μετά τις εκλογές- θα τρέξει να ευθυγραμμιστεί ως αρχηγός κράτους πλέον με τα συμφέροντα των ντόπιων και διεθνών ελίτ παρουσιάζοντας την ένταξη της χώρας στο ΔΝΤ ως μονόδρομο. 


Η δεδομένη υποστήριξη της κυβέρνησης στα σχέδια των διεθνών οργανισμών της καπιταλιστικής ολοκλήρωσης, θα θέσει ένα αξεπέραστο δεδομένο στην κούρσα διαδοχής που διεξάγεται παράλληλα στο κόμμα της δεξιάς. 


Οι δύο υποψήφιοι που θα εμφανιστούν θα διαχωριστούν με βάση την υποτιθέμενη φαντασιακή αναφορά μιντιακού τύπου, -και όχι φυσικά την ουσία- που διεκδικούν σε σχέση με διαφορετικά ακροατήρια και κοινωνικές δυνάμεις. Πιο συγκεκριμένα ο Α. Σαμαράς, ο εγγονός της Πηνελόπη Δέλτα, γνωστός Μακεδονομάχος [ΠΓΔΜ], Τουρκοφάγος [μειονότητα-υποψήφιοι] -όχι Αλβανοφάγος, καθώς ο πατριωτισμός του δεν ήταν τόσο ανιδιοτελής ώστε να μην ανοίξει τα σύνορα με την Αλβανία το 1991 όταν το ελληνικό κεφάλαιο χρειάζεται φτηνά εργατικά χέρια για να χτίσουν τις βάσεις της επακόλουθης περιόδου εκσυγχρονισμού- κλπ, θα χτίσει ένα προφίλ που τον θέλει να απομακρύνεται από το πολιτικό κέντρο που την προηγούμενη περίοδο είχε αναδειχθεί σε ρυθμιστή των πολιτικών συσχετισμών, και το οποίο εξέφραζε στην πολιτική σκηνή τα ιδιαίτερα συμφέροντα που προέκυπταν από την συμμαχία των μεγαλοαστών -που διεύρυναν τον κύκλο εργασιών τους με την οικονομική αποικιοποίηση των Βαλκανίων- με την μεσαία τάξη που απολάμβανε την αλληλοεπιδρώσα κατανάλωση αποχαύνωσης που απέφερε η εκσυγχρονιστική περίοδος της «εθνικής οικονομικής ανάπτυξης». 


Αγνοώντας πως αυτή αποτελούσε την τελευταία σπείρα με πρόσημο ευδαιμονίας και καπιταλιστικών υποσχέσεων πριν το απόστημα του ανεξέλεγκτου δανεισμού, -της υποθήκευσης δηλαδή του μέλλοντος με όρους ολοκληρωτικής βιοπολιτικής διαχείρισης τόσο της βάσης όσο και του εποικοδομήματος της κοινωνικής διάρθρωσης- σπάσει φτύνοντας επιταγές καθετοποιημένων αναδιαρθρώσεων που οδηγούσαν στην προλεταριοποίηση τα πιο αδύναμα κομμάτια των μεσοαστών που συσπειρώνονταν στους κεντρικούς αστικούς πολιτικούς σχηματισμούς. 


Ο Σαμαράς όρισε ως προνομιακό ακροατήριο τα μικροαστικά και λαϊκά στρώματα, επαναφέροντας την ρητορική της «λαικής-παραδοσιακής δεξιάς». Πέρα από το ιδιαίτερο προφίλ που ήθελε να καλλιεργήσει ο Σαμαράς το οποίο θα του παρείχε τις απαραίτητες αποστάσεις από την προηγούμενη διακυβέρνηση της ΝΔ -υπο «φιλελεύθερη» ηγεσία-, οι αντιστοιχήσεις της πολιτικής ΠΑΣΟΚ [από τους πρώτους μήνες της διακυβέρνησης του] δείχνουν να ευθυγραμμίζονται με τις βαθιές κοινωνικές ανακατατάξεις. Πιο συγκεκριμένα και να ήθελε ο Σαμαράς να «ποντάρει» στην κοινωνική βάση του κεντρώου χώρου, αυτή έχει αδειάσει από κόσμο καθώς με κάθε καινούργιο μέτρο και νομοσχέδιο που περνάει το ΠΑΣΟΚ νέες κατηγορίες μικροαστικών και μεσοαστικών κομματιών αποσπώνται ταξικά από την προηγούμενη τοποθέτησή τους. 


Η παραγωγή πολιτικής γραμμής από τον Σαμαρά, την επομένη της ανάδειξης του σε πρόεδρο της ΝΔ, θα ευθυγραμμιστεί με τις παραπάνω κοινωνικο-πολιτικές αλλαγές. Η παραγωγή «αντίστασης», με τις δήθεν αντιμνημονιακές κατευθύνσεις ταυτίζονται με την ανάγκη αναφοράς που έχει κάθε μαζικό πολιτικό σχήμα που θέλει να κυβερνήσει στην βάση μιας κρίσιμης κοινωνικής μερίδας. Ταυτόχρονα η «αντίσταση της ελληνικής σημαίας», [η πιο ρηχή και ρευστοποιημένη απόδοση των πρώτων φασιστικών σκιρτημάτων] όπως αυτή θα εκφραστεί στις πλατείες της κενότητας θα μπορεί ακόμα να ανακαλύψει τον τρόπο που θα στοιχηθεί πίσω από την μεγάλη δεξιά παράταξη με την παραδοσιακή και εθνική ρητορεία. Η τελευταία στροφή ελέω κυβερνητικού ρεαλισμού που κάνει ο Σαμαράς υπερ του μνημονίου εξηγεί και τις γελοιότατες δηλώσεις κατά τις οποίες ως άλλος ζορό ξηλώνει μάσκες από κουκουλοφόρους-καθάρματα. Το γεγονός είναι ότι μετά το αναμενόμενο πέρασμα του στη γραμμή υπεράσπισης του μνημονίου, η όποια σχέση κοινωνικής βάσης της λαικής δεξιάς με την ηγεσία της πρέπει να θεωρείται ανεπανόρθωτα κατεστραμμένη. Ο μόνος δρόμος πια είναι να ποντάρει σε μια ρητορική που να βασίζεται σε μια φαντασιακή κοινότητα συμφερόντων τα οποία πλέον εδράζονται μόνο στο επίπεδο της επίπλαστης ελέω «ιδεολογίας» άποψη. Η παλαιά ναζιστική εκδοχή κατασκευής εσωτερικών εχθρών, ώστε να καλλιεργείται η εντύπωση ότι η βάση με την ηγεσία δίνουν έναν κοινό αγώνα από την ίδια πλευρά της όχθης απέναντι στον άλλο. Την συγκεκριμένη θέση του "άλλου", σε αυτή την ιστορική περίοδο την καταλαμβάνει πολιτικά το αναρχικό κίνημα και κοινωνικά οι μετανάστες. 


Βγαίνει νομίζω αυθόρμητο το συμπέρασμα από όλα τα παραπάνω ότι η έτερη υποψήφια τότε για την προεδρεία της ΝΔ Ντ. Μπακογιάννη τασσόμενη ανοιχτά στο άκρο του πολιτικού τόξου που καλύπτει τις δυνάμεις του νεοφιλελευθερισμού θα έχανε δεδομένων δυο σημαντικών παραγόντων. Η κοινωνική βάση που συγκροτούσε το πολιτικό κέντρο έχει εξασθενήσει, ενώ η τάξη που ηγείται του πολιτικό-κοινωνικού συνασπισμού του μεσαίου χώρου, δηλαδή οι μεγαλοαστοί έχουν τον ακλόνητο και αρκετά πιο φρέσκο [δεν έχει κυβερνήσει, αντίθετα με την Μπακογιάννη που έχει εκτεθεί το προηγούμενο διάστημα στην κυβέρνηση Καραμανλή, ενώ βασικό ρόλο παίζει και το πια παράταξη θα κερδίσει] εντολοδόχο τους και μάλιστα στην παράταξη η οποία είναι κάτι παραπάνω από φανερό ότι θα κερδίσει στις επερχόμενες εκλογές και μάλιστα με μεγάλη διαφορά, είναι ο ηγέτης του ΠΑΣΟΚ, Γιώργος Παπανδρέου. Είναι προφανές από την παραπάνω προσέγγιση ότι το σχέδιο Μπακογιάννη -το οποίο μπορεί να μοιάζει το πιο ταιριαστό σε σχέση με το σχέδιο που θα αναπτύξει η Τρόικα και οι λοιποί καλοθελητές- μένει χωρίς αντίκρισμα άρα και χωρίς ακολουθητές. Δεν μπόρεσε να καταρτίσει -και λόγω συγκυριών- μια RealPolitik η οποία επειδή θα είναι αναγκαία στο κεφάλαιο θα διασφαλίσει την πολιτική παρουσία της Μπακογιάννη. Το πόσο άχρηστο την δεδομένη περίοδο υπό τους συγκεκριμένους όρους ήταν το σχέδιο Μπακογιάννη αποδεικνύεται χωρίς εξαίρεση σε κάθε δημοσκόπηση σύμφωνα με τις οποίες ο πολιτικός σχηματισμός της είναι από τους λίγους πια που δεν μπορούν να πιάσουν ούτε το 3% για να μπουν στη Βουλή. 


Ας επανέλθουμε όμως στις συγκαιρινές πολιτικές αναδιατάξεις. Η δήθεν αντιμνημονιακή -και εκ του ασφαλούς- στάση Σαμαρά το προηγούμενο διάστημα επέτρεψε στη ΝΔ να αποτελέσει το μόνο πυλώνα των παραδοσιακών αστικών πολιτικών σχηματισμών που διασώθηκε μόνο με κάποια σοβαρά αλλά όχι ανεπανόρθωτα -εκ πρώτης όψεως τραύματα-. Η βάση της λαικής δεξιάς όσο κυριαρχεί η αντιπολιτευόμενη αντιμνημονιακή στάση δεν έχει τεράστια προβλήματα με την ηγεσία, ώστε να αποστοιχίζονται μαζικά και να αποσυσπειρώνονται δημοσκοπικά. 


Αυτή η δυναμική όμως που υπο όρους θα μπορούσε να οδηγήσει στην ανάληψη της διακυβέρνησης από την ΝΔ, βασίζεται σε αντίστροφα πολιτικά πρόσημα και κοινωνικές ανάγκες που ορίζει η βάση η οποία στηρίζει το κόμμα. Είναι σα να πραγματοποιήθηκε μια προεκλογική καμπάνια χωρίς εκλογές, -ευτυχώς- ακριβώς αντίστροφη αλλά πανομοιότυπη κατά τα άλλα με την τελευταία του 2009. 


Το κυβερνών ΠΑΣΟΚ επιτίθεται χωρίς ίχνος ντροπής στα ευρύτερα λαϊκά στρώματα συνεχίζοντας το έργο Καραμανλή και η αντιπολιτευόμενη ΝΔ με την δήθεν αντιμνημονιακή στάση είναι σα να δηλώνει με έναν κάπως πιο περίπλοκο τρόπο, σε μια νέα δηλαδή παραλλαγή το αλησμόνητο «λεφτά υπάρχουν». Η παραλλαγή στις νέες συνθήκες είναι το εύθυμο «υπάρχει άλλος δρόμος για την εθνική ανάπτυξη». 


Θα πει κάποιος ότι εδώ δεν ανακαλύψαμε κάποια Αμερική απλά επανακαταθέτουμε με αφορμή τις τωρινές εξελίξεις την ίδια ακριβώς διαδικασία που ακολουθεί εδώ και 30 χρόνια το δικομματικό σύστημα. 


Κι όμως. Στις τωρινές συνθήκες βρίσκεται κάτι πραγματικά νέο. Είναι η ίδια η κρίση. Εδώ δεν έχουμε να κάνουμε με έναν νέο οριακό αλλά δυναμικό πολιτικό επανακαθορισμό των δυνάμεων του κεφαλαίου όπως τα προηγούμενα χρόνια. Σήμερα ελέω της διεθνούς κατάστασης και των κρίσιμων αποφάσεων που πρέπει να πάρουν οι ελίτ [για τη διασφάλιση της συνέχισης της βιωσιμότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος που δεν σημαίνει τίποτε άλλο από την επιχειρούμενη δομική πλέον αύξηση της κερδοφορίας μέσω της εκμετάλλευσης] οι αλλαγές που πραγματοποιούνται στο κοινωνικό σώμα με την μετατόπιση χιλιάδων ανθρώπων σε δυσμενέστερη ταξική θέση και η άνευ προηγουμένου υποχώρηση των δυνάμεων της εργασίας δεν μπορούν να ολοκληρώσουν την πολιτική τους έκφραση στο πέρασμα κάποιων χιλιάδων του «μεσαίου χώρου» από την μια αστική παράταξη στην άλλη. Το κοινωνικό σώμα που μπορούσε να διατηρήσει τις πολιτικές αλλαγές σε διαχειρίσιμα αστικά πλαίσια βρίσκεται σε ελεύθερη πτώση. 


Εφόσον λοιπόν οι κοινωνικές ανάγκες εξεγείρονται, οι αστικοί πολιτικοί σχηματισμοί πρέπει να απευθυνθούν στην πλειοψηφία των λαϊκών στρωμάτων με όρους ιδεολογημάτων. Οι εκλογές είναι πλέον ορατές χρονικά, οπότε η αναμενόμενη στροφή της ΝΔ ήταν ώρα να αποκαλυφθεί μπροστά στα μάτια του πλήθους κι αποκαλύφθηκε. Ο μαλάκας με το ελληνικό σημαιάκι, ο ίδιος που πριν 8 χρόνια έτρεχε στο EURO, και στους Ολυμπιακούς ήταν ο μαλάκας με την περικεφαλαία απεδείχθη ως αυτός που υποψιαζόμασταν εξ’ αρχής…ένας μαλάκας. 


Τώρα έχοντας χάσει πολύτιμο χρόνο κι έχοντας στις πλάτες της όχι ένα αλλά δυο μνημόνια, με όλα όσα αυτά επιφέρουν στην πραγματική ζωή, η εργατική τάξη η οποία αποτελείται πια από κάθε καρυδιάς καρύδι, θα δείξει σημάδια μαζικής αποστοίχισης από τους παραδοσιακούς αστικούς πολιτικούς σχηματισμούς και σύμφωνα με τα ιδιαίτερα πιστεύω και συμφέροντα των εκατομμυρίων που την συγκροτούν θα προσπαθήσει να εκφραστεί πολιτικά. 


Κλείνοντας με την ΝΔ πρέπει να τονίσουμε τον ειδικό ρόλο που έχουν αναλάβει οι δικοί της «ανεξάρτητοι». Μετά την στροφή της ΝΔ υπέρ της Μνημονιακής Σύμβασης, πρέπει να καλυφθεί το κενό που προκύπτει ανάμεσα στη βάση της λαικής δεξιάς που συνέχει το κόμμα και την ηγεσία. Οι πρώην ψηφοφόροι της ΝΔ απελπισμένοι ψάχνουν εναγωνίως αντιμνημονιακή πολιτική στέγη που η οροφή της να μην είναι βαμμένη σε αποχρώσεις του κόκκινου. [παιδική αρρώστια των Ελλήνων ακροδεξιών, λόγω Μελιγαλά]. 


Ο Καρατζαφέρης που αποτελούσε ως τώρα ένα ασφαλές καταφύγιο για τους διαφωνούντες στην τελευταία κωλοτούμπα του προσγειώθηκε με το κεφάλι, ενώ η Μπακογιάννη μοιάζει πιο εχθρικός προορισμός κι από το ΚΚΕ μ-λ για την βάση της λαικής δεξιάς. Δυο λύσεις υπάρχουν. Όσοι νιώσουν εν αρμονία με την βαθύτερη φύση των ακροδεξιών καταβολών τους θα «περάσουν στα άκρα» όπως είναι το σύνθημα της Χρυσής Αυγής [άσχετα αν και η Χρυσή Αυγή συντάσσεται ανοιχτά με την κυριαρχία], ενώ όσους μπορούν περισσότερους πρέπει να ξανασυσπειρώσουν στη ΝΔ ή στους πολιτικούς δορυφόρους της που θα δημιουργήσουν οι ανεξάρτητοι βουλευτές της ΝΔ[4]. Οι τελευταίες εφεδρείες του αστικού συστήματος κάνουν την εμφάνισή τους σε όλο ανεξαρτήτως το πολιτικό φάσμα. 


Δημοκρατική Αριστερά: Μιλώντας για συστημικές εφεδρείες δεν θα μπορούσαμε να παραλείψουμε την πιο πολλά υποσχόμενη αυτή την περίοδο -να καλύψει τις ανάγκες του κεφαλαίου- τη νεαρά [που καθόλου νεαρά δεν είναι αλλά μάλλον μια παλιά γριά πουτάνα της πολιτικής] Δημοκρατική Αριστερά του γνωστού τυχοδιώκτη Κουβέλη. 


Η Δημοκρατική Αριστερά αρχικά τουλάχιστον εμφανίστηκε ως απότοκο της διαρκούς διαφωνίας στο εσωτερικό του ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ κυρίως σε όσα αφορούσαν στην πολιτική συμμαχιών όπως αυτή εκφραζόταν με την στήριξη του μετωπικού σχήματος του ΣΥΡΙΖΑ από τον ΣΥΝ. Η εποχή όμως που εκδηλώθηκε δημόσια η αντίδραση και τελικά η διάσπαση των «Ανανεωτικών» δεν είναι διόλου ουδέτερη ή αθώα, ώστε να αποτελεί ένα καπρίτσιο της μειοψηφίας του ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ. Ήδη ο τότε πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου έχει «εντάξει» την Ελλάδα στο ΔΝΤ -Απρίλιος 2010-, δυο μήνες πριν την ίδρυση της ΔΗΜ.ΑΡ. Εύκολα κάποιος θα μπορούσε να προβλέψει τι θα ακολουθήσει και να θεωρήσει τη στιγμή κατάλληλη ώστε να ρίξει τη ζαριά της ίδρυσης ενός κόμματος το οποίο θα μπορούσε να αποτελέσει το διάδοχο του ΠΑΣΟΚ. 


Ως εδώ κανένα πρόβλημα. Η Εδέμ των Ανανεωτικών από το 1990 τουλάχιστον, ήταν να καταλάβουν κυβερνητικές θέσεις είτε μέσω της διεμβόλησης είτε μέσω της συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ. Η πολιτική λέσχη του Κουβέλη είδε το ρεύμα και είπε να το αρπάξει για να βγει στον αφρό. Και λέμε λέσχη γιατί φυσικά δεν πρόκειται για κοινωνικό σχηματισμό -έστω ιεραρχικό,- καθώς δεν έχει οργανώσεις βάσης. 


Ως άλλος «αριστερός Καρατζαφέρης», η ομάδα Κουβέλη πρώτα κατέγραψε ποσοστά στις δημοσκοπήσεις και μετά ενδιαφέρθηκε να στελεχωθεί πολιτικά. Κι αυτό έχει τεράστια σημασία. Αυτή τη στιγμή οι μόνοι που αντιπροσωπεύονται κοινωνικά από το σχήμα του Κουβέλη και μπορούν να ταυτιστούν μαζί του πολιτικά ώστε να αποτελέσουν την κοινωνική του βάση είναι κομμάτια των δημοσίων υπαλλήλων που χάνουν μισθούς και θέσεις, μεσοαστοί που νοιώθουν να απειλούνται με προλεταριοποίηση, ιδιοκτήτες ακινήτων που θίγονται από την φοροεπιδρομή, και γενικότερα ένα μεγάλο κομμάτι της μεσαίας αστικής τάξης η οποία στο συγκεκριμένο χρονικό σημείο βρίσκεται ακριβώς στο όριο του περάσματος από την προηγούμενη ταξική της θέση στη νέα. 


Μερικά μη τυχαία συμβάντα είναι οι γνωστές στους παροικούντες της Ιερουσαλήμ παρασκηνιακές διαβουλεύσεις ανάμεσα στους εργατοπατέρες της ΠΑΣΚΕ, να περάσουν αύτανδροι μαζί με τις δυνάμεις τους στο κόμμα του Κουβέλη. Οι εν λόγω δυνάμεις έχουν σαφή αναφορά στις μεγάλες ΔΕΚΟ, ο αριθμός των εργαζομένων στις οποίες δίνει μια σημασία στα πολιτικά πρόσημα που μπαίνουν μπροστά από τις παρατάξεις που συγκροτούν τις ηγεσίες των Συνδικάτων. 


Παράλληλα το πρώτο τμήμα του παλαιού ΠΑΣΟΚ που πέρασε οργανικά στους κόλπους της ΔΗΜ.ΑΡ. δεν είναι άλλο από την εκσυχρονιστική πτέρυγα των Σημιτικών. Η φιγούρα του σαλτιμπάγκου της πολιτικής Μπίστη φιγουράρει ήδη στις μεταγραφές. Οι ίδιες δημοσκοπήσεις άλλωστε που φέρνουν τον Κουβέλη δεύτερο κόμμα είναι που λένε ότι απορροφά τους περισσότερους από τους πρώην ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ. Η σημαντικότητα αυτής της μέτρησης δεν είναι ασφαλώς στο αναμενόμενο αποτέλεσμα αλλά στη διερεύνηση της τωρινής κοινωνικής θέσης της μερίδας αυτής των ψηφοφόρων που καταλήγουν στη ΔΗΜ.ΑΡ. Η εκτίμηση μας είναι ανεμομαζώματα-διαολοσκορπίσματα. Και η εξήγηση είναι απλή. 


Ο άκρατος οπορτουνισμός μπορεί πρόσκαιρα να εντοπίζει το ρεύμα ωθούμενος από την άκρατη δίψα του για εξουσία. Αποτυγχάνει διαρκώς όμως να κατανοήσει τις βαθύτερες κοινωνικές διεργασίες, οι οποίες στο τέλος θα τον ξαποστείλουν από το προσκήνιο. Τα παραπάνω στρώματα που σήμερα έχουν -ή θεωρούν ότι έχουν συμφέρον- να στηρίζουν το μόρφωμα του Κουβέλη αύριο, στην επόμενη στροφή δηλαδή της ταξικής πάλης που θα διαμορφωθεί από τον συσχετισμό ανάμεσα στην επίθεση του κράτους και του κεφαλαίου και την αντεπίθεση των κατώτερων στρωμάτων, θα έχουν άλλα συμφέροντα. 


Πιο συγκεκριμένα, με βάση τα σημερινά γεγονότα δυο πιθανότητες εμφανίζονται. 


Το τσάκισμα του κόσμου της εργασίας από το κράτος και το κεφάλαιο θα οξυνθεί περαιτέρω, δεδομένου ότι η επίθεση των κυρίαρχων ξεδιπλώνεται ακόμη πιο ασυγκράτητη μετά τις τελευταίες νίκες που έχει καταφέρει στην κοινωνική βάση. Αποτέλεσμα αυτής της εξέλιξης θα είναι ακόμα μεγαλύτερα στρώματα της μεσαίας τάξης να προλεταριοποιούνται και μάλιστα με όρους άτακτης περιθωριοποίησης τους με πιο δημοφιλή προορισμό την ανεργία ή την συντριβή των μισθολογικών απολαβών. [Εννοείτε πως αυτή η «προοπτική» απλά έρχεται πιο γρήγορα σε περίπτωση χρεοκοπίας.] Όταν αυτή η διαδρομή ταξικής αναπροσαρμογής έχει ολοκληρωθεί πια τότε το πολιτικό πρόσημο που θα εκπροσωπεί ο «αριστερός» νεοφιλελευθερισμός του Κουβέλη δεν θα μπορεί να καλύψει αυτό το κοινωνικό κομμάτι, το οποίο θα κινηθεί με τον τρόπο που ήδη κινείται το κοινωνικό κομμάτι που έχει φτάσει ήδη στο όριο της εξαθλίωσης. Θα αναζητήσει πιο δυναμικούς και επίκαιρους τρόπους παρέμβασης στην πολιτική ζωή. Η προοπτική του να υπερψηφίσει τους «πασόκους με πολιτικά» του Κουβέλη, για να φέρει τους ένστολους ΠΑΣΟΚους ξανά στην εξουσία θα μοιάζει τότε πια -όπως θα έπρεπε να μοιάζει ήδη από τώρα- μια πράξη ανιδιοτελούς αυτοεξευτελισμού της εργατικής τάξης. 


Στην έτερη περίπτωση που ο διεθνής καπιταλισμός μπορέσει να ολοκληρώσει την περίοδο κρίσης με ότι αυτή συνεπάγεται και επαναφέρει πλέον την κατάσταση σε όρους «εθνικής ανάπτυξης», τότε το ντόπιο κεφάλαιο θα εμπιστευτεί και πάλι σε κάποιον νέο εμπιστευτικό του την επανασυσπείρωση των μεσαίων στρωμάτων σε έναν παραδοσιακό αστικό σχηματισμό. Το αν θα καταφέρει η ΔΗΜ.ΑΡ. στο μεσοδιάστημα να γίνει το χαϊδεμένο παιδί της πλουτοκρατίας ώστε να καταλάβει τη θέση του ΠΑΣΟΚ και να ανανεώσει μερικώς το πολιτικό προσωπικό των υπηρετών του αστικού συστήματος, χωρίς φυσικά να αλλάξει λέξη από το πολιτικό πρόγραμμα του ΠΑΣΟΚ αυτό θα είναι μάλλον χωρίς ουσία για τους πεινασμένους αυτού του τόπου. 


Με λίγα λόγια, ή η ΔΗΜ.ΑΡ. θα είναι σε όλες τις περιπτώσεις άχρηστη για τους καταπιεσμένους, τα λαϊκά στρώματα τους εργαζόμενους και τους άνεργους πάντα χρήσιμη στο κεφάλαιο και ίσως υπό όρους να αποτελέσει κόμμα εξουσίας μόνο εάν μπορέσει να ξεπεράσει την αλητεία του ΠΑΣΟΚ με πράξεις. Και αυτή θα είναι η μόνη εκδοχή RealPolitik που μπορεί να παράξει. 


ΛΑΟΣ: Είναι γεγονός πως η διαρκής κατάρρευση των κεντρικών αστικών πολιτικών σχηματισμών διεύρυνε τα όρια προσβασιμότητας διαφόρων ομαδοποιήσεων να ενταχθούν δυναμικά στο κεντρικό πολιτικό παιχνίδι. Είναι σύνηθες φαινόμενο τα τελευταία χρόνια διάφοροι σχηματισμοί να τρέχουν να βρουν άτομα να στελεχώσουν το πολιτικό προσωπικό τους λόγω των υψηλών ποσοστών που παρουσιάζονται ως δημοσκοπικά ευρήματα. 


Πολιτικές παρέες προσπαθούν να εκμεταλλευτούν κενά και ρεύματα γνώμης με βασικό εργαλείο παραγωγής πολιτικής την ματαιοδοξία των αρχηγών τους, την δίψα για μια οποιαδήποτε θέση εξουσίας και τον οπορτουνισμό. 


Η στροφή στο κεντρώο χώρο του Καραμανλή πριν κάποια χρόνια δημιούργησε ένα κενό στα δεξιά της ΝΔ για πρώτη ίσως φορά μετά την κατάρρευση της ΕΠΕΝ, το οποίο εκμεταλλεύτηκε πρόσκαιρα ο Καρατζαφέρης, ο οποίος δημιούργησε μια ετερόκλητη ομάδα από πλασιέ εθνικιστικών βιβλίων, πρώην σκυλούδες, κυπατζήδες και αριστοκράτες αστούς οι οποίοι αποτέλεσαν και την κοινοβουλευτική του ομάδα. Αποτέλεσε το πρώτο παράδειγμα ύπαρξης κοινοβουλευτικού κόμματος χωρίς οργανώσεις βάσης. Χωρίς δηλαδή την οποιαδήποτε δημόσια αντιστοίχιση ανάμεσα στην κοινωνική βάση και τα πολιτικά πρόσημα. Ήταν όλοι με κάτι πιο δεξιά από τη ΝΔ, αυτό αρκούσε. Για τότε. Όχι για τώρα. Για τώρα δεν αρκούν οι νεφέλες του τυχοδιωκτισμού, γιατί πολύ απλά οι ανάγκες έχουν αρχίσει να οπλίζονται. 


Η λέσχη Καρατζαφέρη κατάφερε με τη σειρά της να φανεί χρήσιμη σε ένα δεύτερο επίπεδο στην ανάπτυξη του σχεδίου επίθεσης κράτους και κεφαλαίου στις δυνάμεις της εργασίας. Αδύναμος ουσιαστικά να παίξει πρωτεύοντα ρόλο λόγω των συσχετισμών δύναμης, αξιοποίησε την ευκαιρία που του δόθηκε, η οποία σχετιζόταν με την αξιοποίηση του από την προπαγάνδα της ελίτ, με το να παρουσιάζεται ως δύναμη που ορίζει την ατζέντα και τον ορίζοντα των καθημερινών ζητημάτων. 


Αυτά την εποχή που υπήρχαν κι άλλα θέματα προς συζήτηση εκτός και πέρα από την οικονομία. Όταν ας πούμε κεντρικά ζητήματα γινόντουσαν η εγκληματικότητα, το μεταναστευτικό, η παιδεία και άλλα κοινωνικά θέματα, διόλου φειδωλή δεν ήταν η παρουσίαση του Καρατζαφέρη από τα ΜΜΕ -επειδή τα ΜΜΕ είναι ο οποίο γρήγορος και ασφαλής τρόπος να μετατρέψει ένα μηδενικό σε νούμερο- ώστε όλα να παίρνουν τις προοπτικές ορίζοντα της άκρας δεξιάς. 


Αυτά χωρίς να έχουν λυθεί, παραμερίστηκαν όταν η συζήτηση επανήλθε με ολιστικούς πια όρους στην οικονομική της βάση. Χρεοκοπία ή «διάσωση»,, ευρώ ή δραχμή, μνημόνιο ή αυτάρκεια, εργαζόμενοι ή εργοδοσία; Κάπου εκεί τελείωσαν τα ψέματα -όχι αυτά που μπορούσε να πει ο Καρατζαφέρης- αλλά αυτά που θα άντεχε να ακούσει η χειμαζόμενη κοινωνική βάση. Από το 2009 και μετά ότι λές πόσο μάλλον ότι κάνεις γράφει. Υπάρχει πλέον μια ευθεία αντιστοίχιση -ή και διαπάλη- πέρα από κάθε προηγούμενο των πολιτικών αποφάσεων με την καθημερινή ζωή. [Προς το παρόν κερδίζουν οι πολιτικές αποφάσεις την ζωή, αλλά ελπίζουμε ότι η ζωή θα αντεπιτεθεί]. 


Το κενό που δημιουργήθηκε μετά την κατάρρευση της κοινωνικής βάσης του «μεσαίου χώρου» , άφησε μια τεράστια τρύπα στο σώμα της κοινωνικής συναίνεσης το οποίο εγχειρίζεται από το ντόπιο και διεθνές πολιτικό σύστημα. Ήταν δε τόσο μεγάλη η ζημιά που ο ασθενής μάλλον πνέει τα λοίσθια. Οι καπιταλιστές άλλωστε το έχουν ανακοινώσει ανοιχτά «η υπόθεση συναίνεση είναι κενό γράμμα», ζητούμενο είναι πλέον η σύζευξη του πολιτικού ολοκληρωτισμού με το κοινωνικό του αντίστοιχο την επιβολή της ταύτισης. Το μόνο που μένει είναι και η κοινωνική βάση να ανακηρύξει το θάνατο της συναίνεσης. 


Παρόλα αυτά οι ντόπιες και διεθνείς ελίτ θεώρησαν καλή κίνηση να αντικαταστήσουν την χιμαιρική πια επίτευξη κοινωνικής συναίνεσης με την διεύρυνση της πολιτικής συναίνεσης. Απεστάλη λοιπόν ανοιχτό κάλεσμα μέσω του πρωθυπουργού ώστε να συγκροτηθεί η λυκοσυμμαχία των προθύμων. Δεξιοί κι ακροδεξιοί στριμώχτηκαν στα κυβερνητικά έδρανα. Ο Σαμαράς λόγω πιέσεων, ο Καρατζαφέρης λόγω ηλιθιότητας[5]


Πεπεισμένος λόγω της πολλαπλής στήριξης που έχαιρε από ΜΜΕ και ένα κομμάτι των αστών λόγω του ότι φάνηκε χρήσιμος σε διάφορες καταστάσεις, ο Καρατζαφέρης νόμιζε ότι ήταν ο Ναπολέων Βοναπάρτης. Η αναγωγή του μέσα σε 3 απογεύματα σε σημαντικό ρυθμιστή των πολιτικών πραγμάτων του τόπου, οι συνεχείς επισκέψεις στα πρωθυπουργικά και προεδρικά μέγαρα, μετά την έξοδο του από τα οποία θα αμολούσε με ύφος 10 πιθήκων μια μεγαλόπνοη παπάρα, έκαναν τον ηγέτη της άκρας δεξιάς να πιστέψει ότι όχι μόνο θα γίνει ρυθμιστής αλλά μπορεί να αποτελέσει και κάτι παραπάνω από μια απλή εφεδρεία για το σύστημα. Αστειότητες. 


Η πραγματικότητα ήταν αλλού κι έλεγε άλλα. Ο Καρατζαφέρης με πρόσχημα την διάσωση της Ελλάδας και ρητορική πανομοιότυπη με του κυβερνητικού ΠΑΣΟΚ υπερψήφισε το Μνημόνιο Ι, κατόπιν συμμετείχε στην κυβέρνηση που ανέλαβε τη διαχείριση της διαδικασίας του PSI και κατάρτισε σε συνεργασία με τις διεθνείς καπιταλιστικές ελίτ το Μνημόνιο ΙΙ. Μέχρι πριν από δυο βδομάδες όταν και σε μια απίστευτη επίδειξη ελιγμών ο Καρατζαφέρης έφυγε από τη Βουλή κατά την ψηφοφορία για το Μνημόνιο ΙΙ, το ΛΑΟΣ υπήρξε ο πιο φιλο-μνημονιακός σχηματισμός ο οποίος δεν ήταν καν στην κυβέρνηση. Μέχρι και η στροφή Σαμαρά φάνηκε πιο πετυχημένη από την αποχή του Καρατζαφέρη. 


Αντί λοιπόν να τιθασεύσει το πολιτικό σύστημα ο Καρατζαφέρης, τώρα προσπαθεί να παραμείνει στη Βουλή και να μην χάσει την πρωτοκαθεδρία όχι πια στα μεγάλα αστικά σαλόνια αλλά στο χώρο του φασισμού. 


Ο Καρατζαφέρης λειτούργησε ουσιαστικά ως αφελής πράκτορας του κατεστημένου. Χρησιμοποιήθηκε στις πιο δύσκολες φάσεις από τις κεντρικές αστικές δυνάμεις, με αποτέλεσμα να καεί η δυνατότητα χρήσης του ως εφεδρεία που θα συσπείρωνε την κοινωνική βάση της λαικής και φασίζουσας δεξιάς. Τα μικροαστικά και συντεχνιακά εκείνα κομμάτια τα οποία προλεταριοποιούνται και χάνουν τα δικαιώματα τους και τα οποία παραδοσιακά φοβούνται και αποστρέφονται τις αλλαγές και την αριστερά θα μπορούσαν να ενταχθούν οργανικά σε κάποιο δυναμικό κόμμα της Άκρας δεξιάς που θα παίρνει αποστάσεις -έστω στα λόγια- από τις κεντρικές αστικές δυνάμεις. Το κόμμα Καρατζαφέρη θα αποκτούσε τότε κοινωνική ραχοκοκαλιά. Όμως τα μεταξωτά βρακιά θέλουν κι επιδέξιους κώλους. Όντας στο παρά πέντε ο Καρατζαφέρης προσπαθεί να σώσει τα προσχήματα, όμως είναι αργά πια για δάκρυα. Το κόμμα Καρατζαφέρη δεν έκανε RealPolitik σε κανένα σημείο ήταν απλά μια χρήσιμη εφεδρεία του συστήματος και τώρα πια είναι άχρηστο. Για την καταπιεζόμενη κοινωνική βάση ήταν πάντα άχρηστο κι επικίνδυνο[6]


Χρυσή Αυγή: Tα τεράστια λάθη του Καρατζαφέρη, αλλά και η στροφή της ΝΔ σε φιλομνημονιακή κατεύθυνση οδήγησαν ένα κομμάτι της κοινωνικής βάσης των προλεταριοποιούμενων μικροαστών να οδηγηθούν σε μια ψήφο διαμαρτυρίας που να είναι συμβατή με τα πολιτικά πρόσημα που κουβαλούν. Η μοναδική οργάνωση με πολιτική αναφορά στην Άκρα Δεξιά που να χρησιμοποιεί αντιμνημονιακή ρητορική ώστε αν μπορούν να εκφράσουν την διαμαρτυρία τους τα κομμάτια εκείνα που θα προτιμούσαν να πεθάνουν στην ψάθα παρά να γίνουν κομμούνια, είναι η Χρυσή Αυγή. Αυτό το κοινό στην περίπτωση της Χρυσής Αυγής απλώνεται και στα Σώματα Ασφαλείας και στο στρατό. 


Τα πράγματα είναι απλά. Ο Καρατζαφέρης έδειξε πως μπορείς να γίνεις από την μια μέρα στην άλλη ρυθμιστής των πραγμάτων. Με ένα 5% συμμετείχε και σε κυβέρνηση συνεργασίας. Για να συνηδητοποιήσει -κάπως αργά- ότι δεν ήταν τίποτα έπρεπε να βρεθεί ένας άλλος ακόμη πιο ακραίος σχηματισμός ο οποίος να τον τρομάξει και να διεκδικήσει ανοιχτά τα ηνία του πολιτικού χώρου μετατοπίζοντας τον παράλληλα τέρμα δεξιά. 


Το ουσιαστικότερο όμως δεν είναι αυτό. Μπορεί να μοιράζονται μια κοινή συνθήκη το ΛΑΟΣ και η Χρυσή Αυγή όμως ο τρόπος ανέλιξής τους είναι αρκετά διαφορετικός. 


Το ΛΑΟΣ ήταν ουσιαστικά ένα μιντιακό δημιούργημα που κατασκευάστηκε για συγκεκριμένη χρήση. Ακριβώς γι’ αυτό το λόγο, το πολιτικό του στίγμα δέχτηκε ισχυρές αλλοιώσεις από την στιγμή της αφετηρίας του. Οι αντισημιτικές του θέσεις σχεδόν εκμηδενίστηκαν, οι ακραίες θέσεις για την λαθρομετανάστευση περιορίστηκαν και πήραν θεσμικό χαρακτήρα, και γενικά οι βιο-φυλετικές προσεγγίσεις μετατράπηκαν σε πολιτικό οπορτουνισμό. Το ΛΑΟΣ για να μπορέσει να μπει στα αστικά σαλόνια έπρεπε να ανακαλύψει το δικό του «μεσαίο χώρο», έπρεπε να μαζευτεί και να σουλουπωθεί. 


Στον αντίποδα η Χρυσή Αυγή δεν είναι απλά ένα μιντιακό κατασκεύασμα, ούτε μια life style ακροδεξιά που χαριεντίζεται με κουτσομπολιά για τις γυναίκες των μελών της. Τα μέλη της λίγα βέβαια και περιθωριοποιημένα έως πρόσφατα ασκούσανε τη ναζιστική εγκληματική τους πολιτική στους δρόμους και στα πεζοδρόμια. Αποτυχημένα μέχρι τώρα λόγω κυρίως των παρεμβάσεων του αντιφασιστικού και αναρχικού κινήματος. Παρόλα αυτά κατόρθωσαν να μαχαιρώσουν αρκετούς μετανάστες, να διοργανώσουν κάποια πογκρόμ να επιτεθούν σε αριστερούς φοιτητές κ.α. Και εδώ έγκειται η σημαντική διαφορά με το ΛΑΟΣ, η Χρυσή Αυγή κάνει την καλύτερη RealPolitik πάνω στη συγκυρία. 


Αντί να βάλει «νερό στο κρασί της» για να μπορέσει να μπει κι αυτή στο κοινοβουλευτικό αστικό τόξο, διαβάζοντας σωστά τη συγκυρία κάνει το αντίθετο. Δεν υποχωρεί βήμα από τις θέσεις της, αντιθέτως οξύνει το περιεχόμενο τους, αντιλαμβανόμενη ότι στην εποχή της κρίσης όπου το πολιτικό σκηνικό καταρρέει, η ανεργία θερίζει και τα γενικότερα κοινωνικά προβλήματα ενώ αποτελούν καθημερινότητα περνάν σε δεύτερη μοίρα, όποιος δείξει πως έχει άμεσες λύσεις κερδίζει. Για παράδειγμα το 3% της Χρυσής Αυγής -εάν είναι αληθιν-ό δεν θα προκύψει επειδή θα αποκρύψει από τον κάτοικο του Αγ. Παντελεήμονα ότι ένας τρόπος να αντιμετωπίσει τη λαθρομετανάστευση είναι η σφαγή και τα πογκρόμ εναντίον των μεταναστών. Αντιθέτως θα προτάξει ανοιχτά αυτή την προοπτική και όχι μόνον αυτό, θα προσπαθήσει να την εκτελέσει κιόλας μπροστά στα μάτια του ψηφοφόρου της. 


Λόγω αυτής της στάσης η Χρυσή Αυγή έχει περισσότερες πιθανότητες να μην ενσωματωθεί οργανικά στις παραδοσιακές αστικές δυνάμεις. Θα είναι τρομερά δύσκολο για οποιονδήποτε να εξηγήσει πιο πλαίσιο δημοκρατικότητας ή εθνικής σωτηρίας καλύπτει την συνεργασία με τους ναζιστές, χωρίς σημαντικές απώλειες. Συν τοις άλλοις είναι και ιστορικά εδραιωμένη η αντίληψη ότι η χρήση της ναζιστικής δεξιάς από τα αστικά επιτελεία χρειάζεται έναν λεπτό χειρισμό. Κάπου εδώ όμως τελειώνουν οι επιλογές των τακτικισμών καθώς ορθώνονται κάποια αξεπέραστα εμπόδια. 


Η Χρυσή Αυγή θα αποτελέσει την πολιτική εσχατιά των εφεδρειών του συστήματος, απόλυτα ελεγχόμενη από αυτούς μέσω των παρακρατικών δεσμών και θεσμών, το σύστημα δεν έχει να κάνει με ανθρώπους που δεν γνωρίζει. Ο Ν. Μιχαλολιάκος άλλωστε είναι γνωστός και καταγραμμένος έμμισθος της ΚΥΠ πλαισιωμένος από άλλους ομογάλακτους. 


Το γεγονός αυτό όμως είναι πασίδηλο. Το σημαντικό είναι ποια ανάγκη μπορεί να καλύψει η Χρυσή Αυγή ώστε το αστικό μπλόκ να την επιλέξει ως την πολιτική ναυαρχίδα της για την επιβολή των σχεδίων της. Την μοναδική ανάγκη που μπορεί να καλύψει η Χρυσή Αυγή είναι η διάλυση του κοινωνικού κινήματος με όρους πεζοδρομίου και αυτό θα κληθεί να κάνει. Επειδή η Χρυσή Αυγή έχει λοιπόν μια αρκετά λειτουργική Realpolitik, Ο τρόπος αντιμετώπισής της από το επαναστατικό κίνημα είναι μονόδρομος. Πρέπει να εξοντωθούν τα μέλη της. Πρέπει η τρομοκρατία του αντίθετου της Χρυσής Αυγής πολιτικού φάσματος να είναι ανώτερη και κυρίαρχη. Αλλιώς το αστικό σύστημα θα διαλύσει το κοινωνικό κίνημα χωρίς να «λερώσει τα χέρια του» μέσω των συμμοριτών, οι οποίοι θα απολαμβάνουν και βουλευτικής ασυλίας, και μετά την λήξη του έργου, οι εργολάβοι θα αποσυρθούν σε κάποια υπαλληλική θέση υπουργικού γραφείου. 

ΚΚΕ: Λόγω του πραγματικού γεγονότος ότι όλο το Life style της πολιτικής ζωής στην Ελλάδα καθορίστηκε με έναν μαγικό τρόπο από τον τριτοδιεθνιστικό τρόπο του να κάνεις πολιτική, τόσο ώστε αυτός να θεωρείτε ο μόνος τρόπος να κάνεις πολιτική, η κριτική στο εν λόγω μόρφωμα αποτελούσε πάντα ιδιαίτερο σημείο. Αλλά αυτά είναι λίγο πολύ γνωστά ακόμη και σε μικρά παιδάκια. Παρόλα αυτά όποιος θέλει να δει μια ολοκληρωμένη -κατά την γνώμη μου- κριτική για τα πιο σημαντικά ζητήματα και την πολιτική του ΚΚΕ μπορεί να διαβάσει το άρθρο που βρίσκεται στο link http://www.theseis.com/index.php?option=com_content&task=view&id=1067&Itemid=29 [Παρά τις διαφορές πολιτικής κοσμοαντίληψης που μπορεί να μας χωρίζουν με τον συγγραφέα]. Σήμερα όμως υπάρχει ένα μεγάλο και πραγματικό ζήτημα και μια ζωντανή ανάγκη να εξακριβωθούν οι καθαρά πολιτικοί όροι που καθιστούν το ΚΚΕ ένα άχρηστο μόρφωμα για τα λαϊκά στρώματα. 


Για να μην πολυλογούμε με ένα απεχθές στυλ που ταιριάζει στα φοιτητικά καφενεία και έχει ως αναφορά κυρίως ιδεολογικά σχήματα βγαλμένα συνήθως από μια αριστερίστικη αντίληψη, ας δούμε τις βασικές πολιτικές στρατηγικές επιλογές του ΚΚΕ. 


Το ΚΚΕ επιθυμεί να εμφανίσει τον εαυτό του ως δύναμη που αναφέρεται στην πιθανή κατάκτηση της εξουσίας -ως ένα ιδιότυπο επαναστατικό κόμμα εξουσίας δηλαδή-. Λαϊκή, επαναστατική ή αντιμονοπωλιακή εξουσία λίγη σημασία έχει καθώς επί του περιεχομένου αυτών των μάλλον ασυνάρτητων σχημάτων έχουν χυθεί τόνοι μελάνης. 


Ποιοι είναι λοιπόν οι τρόποι για να κατακτηθεί αυτή η πολυπόθητη ας την πούμε λαική εξουσία κατά το ΚΚΕ; 


Α. Ο νόμιμος τρόπος μέσω εκλογών. Παίρνει λοιπόν μια ωραία πρωία το κόμμα 43% και ασκεί την πολιτική του. Πολύ ωραία. Εδώ τίθενται δύο ζητήματα και μια εκμυστηρευμένη λύση. Εάν ας πούμε εξελιχθεί αυτό το σενάριο ομαλά, δηλαδή πάρει το κόμμα το ποσοστό αυτοδυναμίας και μετά από μια καθωσπρέπει τελετή παράδοσης – παραλαβής από τις αστικές δυνάμεις «κυβερνήσει τον τόπο» (sic) δύο πράγματα μπορεί να έχουν συμβεί. Ή το ΚΚΕ να μην είναι διόλου επαναστατικό όπως θέλει να παρουσιάζεται ή όντως είναι και απλά η αστική τάξη τρελάθηκε και όσα έγραφε ο Μαρξ στα ευαγγέλια για βίαιη ανατροπή γιατί οι κεφαλαιοκράτες δεν είναι διατεθειμένοι να παραιτηθούν από τα προνόμιά τους αμαχητί ήταν μπαρμπούτσαλα. 


Φυσικά τίποτα από αυτά δεν πρόκειται να συμβεί. Απλά γιατί κανένα κομμουνιστικό κόμμα ποτέ πάνω σε αυτόν τον πλανήτη σε «ελεύθερες εκλογές» δεν πήρε ποτέ 43%. Παρόλα αυτά το ίδιο το κόμμα φρόντισε να μας εκμυστηρευτεί το τι θα συνέβαινε. Σε μια συνέντευξη της Αλέκας πριν κάποια χρόνια η γ.γ. μας είχε -δημοσίως- εκμυστηρευτεί ότι, σε μια συνάντηση που είχε με τον τότε πρέσβη των ΗΠΑ στην Αθήνα N. Burns. Σε ερώτηση της, εάν θα επέτρεπαν οι ΗΠΑ στο ΚΚΕ να κυβερνήσει απρόσκοπτα, εάν είχε πάρει την εξουσία με νόμιμα μέσα, με στόμφο η Αλέκα μας πέταξε την «κρυφή αλήθεια». Η απάντηση ήταν ένα κυνικό : “OXI”. Άρα αυτή η επιλογή μάλλον ναυαγεί πανταχόθεν. 




Β. Ο παράνομος τρόπος, η εξέγερση και η επανάσταση. Αυτή η επιλογή αναφέρεται μάλλον τυπικά εδώ πέρα λόγω της ιστορίας των ΚΚ από το 1918 έως το 1925. Εδώ και 40 τουλάχιστον χρόνια από το 1973 και το Πολυτεχνείο το ΚΚΕ δεν έχει κάνει μισή παράνομη πράξη, [εκτός των αφισοκολλήσεων, και την ρύπανση του βράχου της Ακροπόλεως με πανό], δεν έχει κανέναν μηχανισμό που να προσιδιάζει σε κάποια μορφή παράνομης δράσης. Δεν έχει δημιουργήσει ούτε μισή δομή που να μπορέσει να αποτελέσει την βάση για τη δημιουργία μιας δυαδικής εξουσίας που να διεκδικεί με πράξεις και όχι στα λόγια την εξουσία, δεν έχει ούτε ένας «κομμουνιστής» του ΚΚ διαβεί το κατώφλι της φυλακής εδώ και 40χρόνια. 


Αντιθέτως το ΚΚΕ «κλιμακώνει» με περιφρουρήσεις όπως στις 20 Οκτώβρη δικαιώνοντας την παλιά ρήση ότι δηλαδή «με πορδές δεν βάφονται αυγά». Μπορεί λοιπόν οι «κλιμακώσεις» του ΚΚΕ να είναι ωραίες για τα παιδάκια που βαυκαλίζονται και αυνανίζονται με το φετίχ της κατανάλωσης της ιστορικότητας του πειθαρχημένου ατσάλινου κατασκευάσματος αλλά για τον μέσο εργαζόμενο που δεν έχει χρόνο και όρεξη να χαζοπαζαρεύεται είναι μάλλον πολυτέλεια η κατανάλωση της κομματικής παπάρας. Παπάρα άλλωστε ονομάζει η λαική ετυμηγορία τον τύπο ο οποίος λέει διάφορα αλλά δεν τα κάνει. Αντί για κλιμάκωση στο δρόμο λοιπόν, προς το παρόν το ΚΚΕ βάζει πλάτη σαν καλό σκυλάκι όταν το καλούν τα αστικά επιτελεία [βλ. Δεκέμβρη 2008], βλέπει παντού προβοκάτσιες με Χρυσαυγίτες, αλλά δεν τους αναγνωρίζει όταν έρχονται ολοζώντανοι με ντουντούκες και τρομπέτες να μοιράσουν σοκοφρέτες και σοκολατούχο γαλατάκι στη Χαλυβουργία, και μαλώνει τις πατάτες[7]


Ειδικά το τελευταίο παράδειγμα δεν αποκαλύπτει τίποτε περισσότερο πέρα από τη βαθειά σοσιαλδημοκρατική και ρεφορμιστική ουσιαστικά φυσιογνωμία του ΚΚΕ. Θα προτιμούσε 1000 φορές να αυξηθούν λίγο οι μισθοί παρά να ξεκινήσει μια διαδικασία με αρετές και αδυναμίες που όμως επειδή είναι από τη βάση φέρει μέσα της κι ένα κομμάτι από το πιο καθάριο υλικό της κοινωνικής και εργατικής χειραφέτησης. Όπως και να ‘χει και το Plan B του λαϊκού ξεσηκωμού, -του πραγματικού, από αυτούς που σπάνε και κανένα τζάμι- όχι μόνο δεν αποτελεί επιλογή αλλά μάλλον μοιάζει με κατάρα. Τι μένει λοιπόν από τις στρατηγικές επιλογές για την κατάκτηση της εξουσίας; 


Γ. Η πολιτική συμμαχία. Να δημιουργηθεί δηλαδή ένα μέτωπο αριστερών δυνάμεων που θα συνεργαστούν εκλογικά ώστε να μπορέσουν να κυβερνήσουν. Εδώ όμως τίθεται το εξής απλό ζήτημα. 


Όποιοι και να είναι οι εκλογικοί και πολιτικοί συσχετισμοί μόλις συγκροτηθεί μια «παναριστερή» κυβέρνηση το πάνω χέρι θα το έχει ο πιο ακραίος ρεφορμισμός ο οποίος επειδή ακριβώς ζούμε σε περίοδο κρίσης του καπιταλισμού έτσι ώστε να μην υπάρχει περιθώριο μικρο-διαχείρισης εάν δεν λυθεί το κορυφαίο ζήτημα -το πώς και εάν δηλαδή θα συνεχίσει να αναπαράγεται ο καπιταλισμός- οι δυνάμεις αυτές δεν είναι απλά ρεφορμιστικές [βλ. ΔΗΜΑΡ] όπως είναι το ΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ αλλά νεοφιλελεύθερες. Και αυτές φυσικά θα κυριαρχήσουν, καθώς είναι οι μόνες που συμπίπτουν με το διεθνές κυρίαρχο σκηνικό. 


Όταν η υποθετική τρόικα των Τσίπρα-Παπαρήγα-Κουβέλη εμφανιστούν στις Βρυξέλλες δεν υπάρχει περίπτωση να ιδρώσει το αυτί κανενός. Γιατί μια τέτοια αντιπροσωπεία θα δηλώνει απλά ξεκάθαρα ότι ο ελληνικός λαός είναι κάθε άλλο παρά έτοιμος να δηλώσει ότι δεν πληρώνει δεκάρα. Με απλά λόγια εφ’ όσων γνωρίζεις την κατάληξη που έχει μια διαπραγμάτευση ενός αόπλου με έναν οπλισμένο αστακό, ή δεν πας καθόλου στη συνάντηση ή πας να τις φας και να φύγεις. Αυτά εδώ τα γνωρίζει καλύτερα απ’ όλους το ΚΚΕ, όντας 90 χρόνια πρώτη πουτάνα στα πολιτικά παιχνιδάκια που τα άλλα παιδάκια μόλις χθες ξεκινήσανε να μαθαίνουν. 


Κι ακριβώς γνωρίζει ότι αυτή η επιλογή είναι η χειρότερη όλων γιατί θα καταστρέψει την δυνατότητα του να πουλάει τουλάχιστον φύκια, φίδια και παπάδες για επαναστάσεις και λαικές εξουσίες στη Δευτέρα παρουσία, αμήν. Είναι βέβαιος εξευτελισμός χωρίς να κερδίζει τίποτα. Χωρίς κέρδος κέρατα που λέμε. Άρα ούτε η Τρίτη επιλογή είναι τελικά επιλογή. Κάπου εδώ όμως εξαντλούνται οι γνωστοί τρόποι για να καταλάβει κάποιος την εξουσία. Και αφού όλους τους έχει απορρίψει πρώτα απ’ όλα το ίδιο το ΚΚΕ μπορούμε να καταλήξουμε με απόλυτη ακρίβεια στο συμπέρασμα ότι το ΚΚΕ λέει ψέματα και δεν είναι κόμμα εξουσίας. Οκ. Θα μπορούσε παρόλα αυτά να είναι χρήσιμο το ΚΚΕ, στα λαϊκά στρώματα με βάση την καθημερινή ζωή, ακόμα κι αν δεν μπορεί με κανέναν τρόπο να κατακτήσει την εξουσία; Όχι. Γιατί; Η απάντηση είναι πολύ απλή. 


Το ΚΚΕ δεν έχει κάνει την παραπάνω ανάλυση για να καταλήξει στο ως άνω συμπέρασμα, και είναι αυτός ο λόγος ο οποίος το ωθεί στην πρώτη ευκαιρία να βγαίνει με ύφος εκατομμυρίων πιθήκων και να παπαρολογεί με την χυδαιότερη αλαζονεία που έχει γνωρίσει ο μεταδιαφωτιστικός κόσμος. Πιστεύοντας μάλλον μεταφυσικά στην ανωτερότητα του κόμματος το ΚΚΕ με κάθε ευκαιρία λασπολογεί ενάντια σε ότι χτίζεται από τη βάση και δημιουργεί ανταγωνιστικές δομές απέναντι στον καπιταλισμό με το ίδιο επιχείρημα το οποίο καταντά σαχλό εάν λάβουμε υπ’ όψιν την ανάλυση που κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το ΚΚΕ δεν μπορεί να πάρει την εξουσία. 


Μας λέει δηλαδή πως ότι και να κάνει η κοινωνική βάση είναι ανεδαφικό, αποπροσανατολιστικό και προβοκατόρικο καθώς όλα τα προβλήματα θα λυθούν μόνο όταν αλλάξουν οι συσχετισμοί ώστε να ανατραπεί το υπάρχον πλουτοκρατικό σύστημα. Τι σημαίνει όμως αυτό; Ανατροπή υπέρ μιας λαικής εξουσίας, και τι θέλει η λαική εξουσία; Ισχυρό ΚΚΕ. Πόσο ισχυρό; Τόσο ώστε να αποτελέσει τον μοναδικό μηχανισμό μέσα από τον οποίο θα ασκείται η «λαική εξουσία». Μα εμείς γνωρίζουμε ότι αυτό δεν πρόκειται να γίνει. Οπότε η Realpolitik του ΚΚΕ είναι να αποτελεί εμπόδιο στην χειραφετική πολιτική της κοινωνικής βάσης. 


Γι’ αυτό πρόσφατα με δημόσια ανακοίνωση τοπικής οργάνωσής του το ΚΚΕ καλούσε τα μέλη και τους οπαδούς του να μην δώσουν «ούτε γη ούτε νερό» στο Κοινωνικό Ιατρείο. Θα γιάνουμε όταν έρθει το ΚΚΕ στα πράγματα. Σα να λέμε δηλαδή κλάνει ο νεκρός;

Υποσημειώσεις

[1] Αρνείται μήπως ουδείς ότι το μόνο που αλλάζει είναι η έκταση των εκμεταλλευομένων; Εάν ναι, τότε δεν χρειάζεται ούτε να γυρίσουμε το χρόνο πίσω 100 χρόνια για να επισκεφτούμε σκοτεινές στοές σε κάποιο άγνωστο για την Ελλάδα Νότινγχαμ, ούτε να ταξιδέψουμε -άλλωστε που λεφτά για τέτοιες πολυτέλειες- στην άλλη άκρη του κόσμου για να ανακαλύψουμε που διάολο πήγαν όλα αυτά τα εργοστάσια που φύγανε από ‘δω και τι γίνεται εκεί μέσα. Πριν 2 καλοκαίρια στην Μανωλάδα κάτω από τον λαμπρό και φωτεινό ελληνικό ήλιο κάποιοι βασανίζανε κάποιους μετανάστες, η εργασιακή «σύμβαση» των οποίων μοιάζει μάλλον κατώτερη ακόμα και από αυτή την μισανθρωπική δυστοπία που κατασκευάζουν οι ηγήτορες μας με μέριμνα πολλή. Τι οδήγησε τους κατά τα άλλα φιλόξενους επαρχιώτες να αναγκάσουν κάποιους ανθρώπους -ο εναπομείναντας ρασιοναλισμός ακόμα και του καπιταλισμού μας επιτρέπει να θεωρούμε αυτούς τους ανθρώπους, βιολογικά τουλάχιστον ως τέτοιους και όχι ως ζώα όπως προκύπτει από την συμπεριφορά του «έμβιου κοινωνικού περιβάλλοντος» τους - σε αυτή τη συνθήκη επιβίωσης; H RealPolitik. Η υπεράσπιση των συμφερόντων των βασανιστών, όπως αυτοί τα αντιλαμβάνονταν και με τον τρόπο που τα κατανοούσαν σε μια δεδομένη στιγμή και συνθήκη. 

[2] Χούντα στα Ισπανικά σημαίνει επιτροπή. 

[3] Σε όσα λέγονται περί χούντας 2 έχουμε να πούμε άμα γίνει χούντα θα γίνει από τους ίδιους, όχι από άλλο κέντρο και επίσης για να υπάρξει λόγος πρέπει αφενός να γκρεμιστούν ανεπανόρθωτα όλοι οι πολιτικοί σχηματισμοί που θα μπορούσαν να γειώσουν την πολιτική της τρόικας σε εθνικό επίπεδο με πιθανότητες απόσπασης κάποιας κοινωνικής συναίνεσης και στη θέση τους να αναδειχθεί μια αυστηρά ορισμένη πλειοψηφική πολιτικό-κοινωνική δύναμη άρνησης της πολιτικής της Τρόικας και αταλάντευτης εχθρότητας απέναντί της. 

[4] Όσο γραφόταν αυτό το κείμενο δεν είχε ανακοινώσει ακόμα ο Καμμένος τη συγκρότηση κόμματος. Πάντως οι εξελίξεις δείχνουν να δικαιώνουν τις προβλέψεις μας. 

[5] Η έννοια της ηλιθιότητας εδώ δεν σημαίνει ότι δεν ήξερε τι έκανε ή διαφωνούσε, απλά τονίζεται ότι το μέγεθος ενός τέτοιου μεγάλου τακτικού λάθους μπορεί να εξηγηθεί μόνο μέσω της θεωρίας «θέλει η πουτάνα να κρυφτεί και η χαρά δεν την αφήνει». 

[6] Αξίζει να τονίσουμε ότι ακόμα και ιστορικά η σύμπραξη των φασιστών με τους συντηρητικούς και τους σοσιαλδημοκράτες γινόταν με δυο τρόπους. Είτε υπερφαλάγγιζαν τις παραδοσιακές αστικές δυνάμεις οι φασιστικές και ναζιστικές δυνάμεις και τις ενσωμάτωναν στο κράτος της Νέας τάξης με θεσμικό τρόπο, είτε οι συντηρητικοί επικρατούσαν επί των φασιστών και τελικά ή τους εξολόθρευαν μετά την χρήση τους ή τους άφηναν σε ρόλο κομπάρσου σε σχέση με τις αποφάσεις και σκιάχτρου τρομοκράτησης της αριστεράς. Ο Καρατζαφέρης δε χρησιμεύει σε τίποτα από αυτά. Υπάρχει πιο χρήσιμος πολιτικός φορέας πια, που μπορεί να επιταλέσει αυτό το ρόλο, η Χρυσή Αυγή. 

[7] Ιδιαίτερα σοβαρό ρόλο για την ανάδειξη του πραγματικού πολιτικού ρόλου του ΚΚΕ έπαιξε -ίσως παραδόξως- το κίνημα της πατάτας. Όχι φυσικά για τους γνωστούς επιφανειακούς λόγους οι οποίοι καλύψαν για άλλη μια φορά το σύνολο σχεδόν του δημόσιου λόγου θάβοντας έτσι και το όποια σημαντικά συμπεράσματα. Εδώ και μερικά χρόνια το ΚΚΕ αναβαθμίζει τον πολιτικό φραξιονισμό δημιουργώντας «μέτωπα» τα οποία συγκροτούν οι ίδιες οι πολιτικές και κοινωνικές του δυνάμεις. Σε αυτή την πολιτική οδηγήθηκε λόγω πολλών συνισταμένων οι οποίες χρίζουν ιδιαίτερης ανάλυσης σε κάποιο άλλο κείμενο. Οι βασικότερες πάντως περιληπτικά είναι ακριβώς η αδυναμία για συνεργασία με πολιτικά σχήματα, καθώς και η αδυναμία παραγωγής πραγματικά ανταγωνιστικής πολιτικής με επίδικο τον ανταγωνισμό σε επίπεδο εξουσίας. Τέλος ο φόβος για άδειασμα των οργανώσεων του ΚΚΕ υπο το βάρος της εποχής η οποία ζητά απτές επιτυχίες και λύσεις, οδήγησε το ΚΚΕ στην υιοθέτηση του «μετωπικού φραξιονισμού» ως κυρίαρχη πολιτική του. Μια -και μάλλον μοναδική- ενδιαφέρουσα νέα ανάλυση κατέλαβε ένα αξιοπρόσεχτο κομμάτι του δημόσιου λόγου του κομματικού τύπου. Η νέα θέση που αναδύθηκε ακριβώς για να καλύψει το κενό πολιτκών συμμαχιών ήθελε τη συγκρότηση κοινωνικού μετώπου μεταξύ της εργατικής τάξης και των μικροαστικών στρωμάτων, [μικρομαγαζατόρων, μικρών και μεσαίων αγροτών, συντεχνίες κλπ] σε αυτό το σχήμα δε οι εκπρόσωποι της μικροαστικής –ή και μεσοαστικής;!- λάμβαναν τη θέση του «συμμάχου» της εργατικής τάξης. Δυο μάλλον επιφανειακές επεξεργασίες έγιναν αρχικά σε αυτή τη θέση η μια με αρνητικό πρόσημο και η άλλη με θετικό. Όσοι αρνούνταν τη θέση εξ’ αρχής μέσω μιας ιδεολογικής προσέγγισης ότι αποτελεί ρεφορμισμό η οποιαδήποτε κοινωνική συμμαχία της εργατικής τάξης -η κριτική αυτή προέρχεται κυρίως από το πολιτικό φάσμα του αναρχισμού- μπορεί να δικαιώνεται ιδεολογικά αλλά ξαστοχεί πάνω στην πραγματικότητα. Η καθαρή αυτή γραμμή δεν μπόρεσε να απαντήσει στο απέναντι άκρο της διαλεκτικής σύνθεσης που βασίστηκε στην επιφανειακή προσέγγιση, στη θέση δηλαδή που έλεγε ότι σε συνθήκες κρίσης η προλεταριοποίηση ευρύτερων αστικών κοινωνικών στρωμάτων θα οδηγήσει σε νέες συνθέσεις την πολιτική της εργατικής τάξης, η οποία συνηγορούσε στην ορθότητα της νέας γραμμής του ΚΚΕ. 

Κι όμως το «κίνημα της πατάτας» ξεγύμνωσε όλες τις επεξεργασίες που βασίστηκαν για άλλη μια φορά πρώτα στο πολιτικό κι έπειτα ως αναγκαίο συμπλήρωμα προαποφασισμένου συμβολαίου, στο κοινωνικό. Για πρώτη φορά στην Ελλάδα μετά από πολλά χρόνια εξατομικευμένου «εκσυγχρονισμού» δημιουργήθηκε ένα αληθινά κοινωνικό -δηλαδή από τα κάτω- μέτωπο μεταξύ των μικρών και μεσαίων αγροτών και της εργατικής τάξης. Ένα μέτωπο μικροαστικών ή ακόμα και μεσοαστικών στρωμάτων σύνδεσε τα συμφέροντα του με τις βασικές ανάγκες του κόσμου της εργασίας και των ανέργων. Αυτό ήταν βασικά το επονομαζόμενο κίνημα της πατάτας. Η στάση που κράτησαν απέναντί του οι πολιτικές δυνάμεις έδωσε διάφορα και διαφορετικά για κάθε περίπτωση συμπεράσματα. Η καταγγελία του κινήματος από το ΚΚΕ σήμαινε τα περισσότερα. Δυο βασικά συμπεράσματα μπορούμε να εξάγουμε. 

Η θέση του ΚΚΕ για την κοινωνική συμμαχία μεταξύ μικροαστών κι εργατικής τάξης είναι μια καμουφλαρισμένη πρόταση κομματικής επιβολής. Η καταγγελία του ΚΚΕ προς την πατάτα έκρυβε πίσω της την δήλωση ότι εννοώντας κοινωνική συμμαχία το ΚΚΕ εννοούσε ότι «συμμαχεί» με όσους ψηφοφόρους ή μέλη του ΚΚΕ ανήκουν σε άλλη τάξη από την εργατική. Με απλά λόγια είσαι εργοστασιάρχης με 500 εργάτες, εργολάβους με 30 αλβανούς εργάτες, ψιλικατζής με 2 μαύρους εργαζόμενους; Δεν πειράζει μπορείς να είσαι ΚΚΕ. Σήμαινε όμως και κάτι που σε διαλεκτική σύνδεση με το προηγούμενο ξεσκεπάζει εντελώς πια και στα μάτια του πιο αδαή το ρόλο του ΚΚΕ. Το ΚΚΕ καταγγέλλοντας την πατάτα εννοεί ότι όχι μόνο δεν το ενδιαφέρει αυτό το κοινωνικό μέτωπό συνεργασίας μικροαστών – εργαζομένων αλλά και ότι δεν πρόκειται να αναλάβει καμία δράση για να ανατρέψει τους ταξικούς συσχετισμούς μέσα σε τέτοια διαταξικά μέτωπα υπέρ των δυνάμεων της εργασίας. Με απλά λόγια δεν έχει καμιά διάθεση να πάρει το θετικό ιδεολογικό πρόσημο της πατάτας δηλαδή το ότι δεν χρειάζεται η παρασιτική εμπορική τάξη των μεσαζόντων, και να προσπαθήσει να εμβαθύνει στο ζήτημα του περάσματος από μια διαφορετική διανομή σε μια διαφορετική παραγωγή. Το πώς δηλαδή παράγεται η πατάτα -που σωστά πουλιέται χωρίς μεσάζοντες στην πόλη- στο Νευροκόπι και υπό ποιους όρους εργασίας, από ποιους, και σε ποιόν ανήκει το χωράφι θα ήταν η καταλυτική ταξική παρέμβαση που θα αναβάθμιζε την θέση της εργατικής τάξης σε αυτό το κοινωνικό μέτωπο από τη θέση του καταναλωτή στη θέση του παραγωγού, αφού θα έθετε ζήτημα ιδιοκτησίας στα εργαλεία, και τα μέσα παραγωγής. Εάν όμως έκανε τούτη την πολιτική το ΚΚΕ τι θα έλεγε στον εργοστασιάρχη, τον εργολάβο και τον ψιλικατζή, που «μπορεί να στηρίξει ΚΚΕ κι ας μη συμφωνεί σε όλα μαζί του»; Μα αυτό ακριβώς είναι το πρόβλημα ότι δεν διαφωνεί πουθενά με την απροκάλυπτα σοσιαλδημοκρατική πολιτική του ΚΚΕ κανείς από τους παραπάνω. Μέχρι και με τον πρόεδρο των εμπόρων θα μπορούσε να συνεργαστούν οι -ταξικές;!!!- δυνάμεις της Π.Α.Σ.ΕΒΕ, ο οποίος είναι ο μόνος θεσμικός παράγοντας που ζητά να μην μειωθούν οι μισθοί των εμποροϋπαλλήλων. Τα πράγματα είναι σχετικά απλά. Το ΚΚΕ βαθειά σοσιαλδημοκρατικό ρεφορμιστικό ακόμα και με την ιστορική έννοια του όρου –και όχι απλά επειδή δεν μπορεί να παράξει την παραμικρή δυναμική αντίσταση- δεν ενδιαφέρεται να δημιουργηθεί καμιά δυαδική εξουσία ανταγωνιστική στην κυρίαρχη δεν ενδιαφέρεται να προωθήσει μια επίκαιρη εργατική πολιτική στα νέα κοινωνικά μέτωπα που διαμορφώνονται. Ψελλίζει ότι «δεν είναι ανάγκη να συμφωνείτε σε όλα για να στηρίξετε ΚΚΕ» εννοώντας ότι δεν χρειάζεται να συμφωνούμε με την αποκατάσταση του Στάλιν στο 18ο συνέδριο, ενώ ταυτόχρονα μηρυκάζει την πιο άχρηστη απ’ όλες τις εκδοχές της σοσιαλδημοκρατίας, αυτή του ολισμού, καθώς το να ασκείς μια σοσιαλδημοκρατική πολιτική με στόχο να καλυτερεύσεις τα πράγματα σε μια άλλη σοσιαλιστική κοινωνία είναι δυο φορές γελοίο. Όταν λέει το ΚΚΕ ότι τα κινήματα βάσης είναι αποπροσανατολιστικά εννοεί από την σοσιαλδημοκρατική προσέγγιση της άγιας μέρας που θα φέρει το ΚΚΕ στο τιμόνι του κράτους. Η πολιτική πυξίδα των σύγχρονων λενινιστών είναι η κατάληψη του κρατικού μηχανισμού, μάλιστα χωρίς βία και χωρίς ανταγωνιστικό κοινωνικό κίνημα βάσης. Από το λενινιστικό άρλεκιν «Κράτος και Επανάσταση» οι λενινιστές βγάλανε ένα και μοναδικό ορθό συμπέρασμα ότι το περιεχόμενο ήταν παπαρολογίες μέχρι να καταληφθεί ο κρατικός μηχανισμός. Ανάμεσα στα λόγια του Λένιν περί ολοκληρωτικής καταστροφής του κράτους από τα σοβιέτ και τα έργα του, της απονέκρωσης δηλαδή των σοβιέτ και των απηνών διωγμών των υπολοίπων εργατικών ιδεολογιών, οι κηφήνες του Περισσού διαλέγουν τα έργα. Τα στερνά λοιπόν τιμούν τα πρώτα. Σ’ αυτή τη Realpolitik λοιπόν που επιφυλάσσει το κόμμα στην τάξη, η τάξη πρέπει να απαντήσει απλά ως της αρμόζει…ταξικά.

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Δεν επιτρέπονται σχόλια υβριστικού και ρατσιστικού περιεχομένου.