του Back Door Man
O Mακράμ και η Εστέρ είναι ένα πολύ συμπαθητικό ζευγάρι Αιγυπτίων γύρω στα 40-45. Τους βλέπω καθημερινά καθώς δουλεύουν ως καθαριστές στα γραφεία που δουλεύω. Ευγενικοί, χαμογελαστοί και πρόθυμοι να κάνουν και κάτι παραπάνω από αυτό που επιβάλλουν τα καθήκοντα τους, όπως να πλύνουν την κούπα από τον καφέ μου – ασχέτως ότι δεν τους αφήνω. Έχουν ευθύνη να καθαρίσουν καθημερινά ένα κτίριο γύρω στα 4.000 τμ οι δυo τους, φύσει αδύνατο. (Παρ’ όλο που από ένα γρήγορο υπολογισμό η εργοδότρια εταιρία έχει ένα κέρδος γύρω στο 40% της αξίας της σύμβασης, θεωρεί ότι δύο άτομα είναι υπεραρκετά. Αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία). Έτσι, πολλά μεσημέρια μετά το σχολείο τους καταφθάνουν προς ενισχύσεις του ζευγαριού οι δυο γιοί τους, δυο παλικαράκια προεφηβικής ηλικίας που αναλαμβάνουν να αδειάσουν καλαθάκια και να ξεσκονίσουν γραφεία, προς αρωγή των γονιών τους.
Σε αντίθεση με τον Mακράμ, ο οποίος είναι πιο συνεσταλμένος και ντροπαλός, η Εστέρ είναι πιο δυναμική και ομιλητική. Έτσι δεν είχε πρόβλημα να μου διηγηθεί την ιστορία τους. O Mακράμ και η Εστέρ καθηγητές και οι δύο σε σχολεία του Καϊρου άνηκαν στην μεσαία τάξη της Αιγύπτου και δεν αντιμετώπιζαν οικονομικό πρόβλημα. Ως χριστιανοί κόπτες όμως, αντιμετώπιζαν διακρίσεις, παραβιάσεις στοιχειωδών δικαιωμάτων τους ακόμα και διώξεις με την ανοχή αν όχι συμμετοχή της αιγυπτιακής κυβέρνησης. Μου μιλάει για φορές που εξαγριωμένο πλήθος πολιορκούσε το σπίτι της, απειλώντας να τους κάψει ζωντανούς. Για συγγενείς που εξαφανίστηκαν για να βρεθούν άγρια δολοφονημένοι. Για μικρά κορίτσια που απήχθησαν για να βρεθούν μετά από καιρό να έχουν αλλαξοπιστήσει και να είναι παντρεμένα με μουσουλμάνους. Έτσι το καλοκαίρι του 2006 μετά από μια έξαρση θρησκευτικής βίας, αποφάσισαν να φύγουν από την Αίγυπτο φοβούμενοι για τη ζωή των ίδιων και των παιδιών τους. Προορισμός τους η Γαλλία μιας και η Εστέρ είχε ήδη συγγενείς εκεί.
Επιλέγουν μια πτήση της Ολυμπιακής με μετεπιβίβαση στη Αθήνα καθώς είχε την πιο οικονομική τιμή και την μικρότερη αναμονή μέχρι να γίνει η μετεπιβίβαση, αφήνοντας πίσω δουλειές, περιουσία και αναμνήσεις. Με την άφιξη τους στη Γαλλία καταθέτουν αίτηση ασύλου. Το διάστημα της παραμονής τους εκεί και μέχρι την εξέταση της αίτησης τους, τους παραχωρείται δωρεάν στέγη, κουπόνια για αγορά τροφίμων και κάρτες για δωρεάν μετακίνηση με τα ΜΜΜ. Η αίτηση ασύλου εξετάστηκε σε 4 μήνες. Δυστυχώς γι΄αυτούς στο διαβατήριο τους ως πύλη εισόδου στην ΕΕ φαινόταν η Ελλάδα, καθώς κατά τη διαδικασία μετεπιβίβασης στο Ελ. Βενιζέλος, σφραγίστηκαν τα διαβατήρια τους. Έτσι, βάσει του κανονισμού Δουβλίνο ΙΙ, αρμόδια χώρα για να κρίνει την αίτηση τους ήταν η Ελλάδα, ασχέτως αν η μόνη σχέση τους με την χώρα ήταν μια ώρα αναμονής στην αίθουσα αναχωρήσεων ενός αεροδρομίου.
Τους δίνονται δυο μέρες διορία να μαζέψουν τα πράγματα τους και συνοδεία αστυνομίας μπαίνουν στο αεροπλάνο με προορισμό την Αθήνα. Εκεί τους παραλαμβάνουν αστυνομικοί και τους οδηγούν στα κρατητήρια του Ελληνικού. Χωρίς να ξέρουν το γιατί, χωρίς να μπορούν να συνεννοηθούν ούτε στοιχειωδώς, παραμένουν εκεί στοιβαγμένοι με δεκάδες άλλους αλλοδαπούς κρατούμενους μέσα σε άθλιες συνθήκες. Ένα πρωί μετά από μία βδομάδα κράτησης, τους δίνουν ένα χαρτί στο χέρι και τους δείχνουν την έξοδο με ένα “go!”. (Το χαρτί έμαθαν αργότερα ότι τους έδινε προθεσμία μερικών ημερών να εγκαταλείψουν τη χώρα.) Έξω στο δρόμο, με δυο μικρά παιδιά στα χέρια χωρίς καν να ξέρουν που βρίσκονται. Καταφέρνουν να συνεννοηθούν με περαστικούς και να πάρουν λεωφορείο για το κέντρο. Σύνταγμα, τηλέφωνο στην αδερφή στη Γαλλία. Μη φοβάστε, υπάρχει οικογενειακός φίλος στην Αθήνα, θα βοηθήσει. Επικοινωνία μαζί του, θα έρθω να σας πάρω όταν τελειώσω από τη δουλειά. Παραμονές χριστουγέννων η οικογένεια σε ένα παγκάκι στην πλατεία, νύχτωσε μέχρι να μπορέσει να έρθει ο συμπατριώτης να τους παραλάβει. Ευτυχώς αποδείχτηκε καλός φίλος. Τους φιλοξένησε για τέσσερις μήνες αν και υπήρχε μεγάλο πρόβλημα χώρου, δυο οικογένειες των τεσσάρων ατόμων σε δυο δωμάτια σπίτι. Η Εστέρ βρήκε πρώτη δουλειά σε εταιρία καθαρισμού, φυσικά μαύρη. Τουλάχιστον μπόρεσαν να νοικιάσουν δικό τους σπίτι και να προσπαθήσουν να βάλουν την ζωή τους σε μια τάξη.
Η κατάθεση αίτησης ασύλου γολγοθάς. Βάλανε και δικηγόρο, τους πήρε 1500 ευρώ και εξαφανίστηκε χωρίς να κάνει τίποτα. Πέντε μήνες ο Mακράμ πηγαινοερχόταν στην Πέτρου Ράλλη προκειμένου να μπορέσει να υποβάλει την σχετική αίτηση[1]. Τώρα πέντε χρόνια μετά εξακολουθούν και περιμένουν την εξέταση του αιτήματος τους, ελπίζοντας να είναι από τους τυχερούς που θα αποκτήσουν το πολυπόθητο άσυλο[2] για να μπορέσουν να ταξιδέψουν στη Γαλλία. Προς το παρόν, ζουν και μεγαλώνουν τα παιδιά τους στην χώρα που ετοιμάζει στρατόπεδα συγκέντρωσης για τους Mακράμ και τις Εστέρ όλου του κόσμου, δουλεύοντας απλήρωτοι τους τελευταίους πέντε μήνες.
[1] Η κατάσταση το τελευταίο διάστημα δείχνει να είναι πολύ χειρότερη
[2] Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, η Ελλάδα παρέχει άσυλο μόνο στο 2% των αιτούντων
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Δεν επιτρέπονται σχόλια υβριστικού και ρατσιστικού περιεχομένου.