από τον Διεθνιστή
Τα συμπεράσματα από τις εκλογές της 6ης Μαΐου είναι αναγκαίο, για εμάς, να εξαχθούν με γνώμονα τα εργατικά συμφέροντα και ανάγκες και τον επαναστατικό δρόμο έκφρασής τους.
Το «αλλοπρόσαλλο» κατά πολλούς εκλογικό αποτέλεσμα αποτελεί κατά τη γνώμη μας μία μερική αποτύπωση των συσχετισμών του προηγούμενου διαστήματος στην ελληνική κοινωνία. Κυρίαρχο στοιχείο είναι οι σαφείς ενδείξεις κοινωνικής πόλωσης που εκφράζονται με την αποστροφή των ψηφισάντων στον δικομματισμό αλλά και η ταυτόχρονη ψήφιση αριστερών και δεξιών ενδοσυστημικών επιλογών. Παρόλα αυτά δε μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός ότι το αποτέλεσμα αυτό, όσο προσωρινό και όσο διαχειρίσιμο μπορεί να είναι για την κυρίαρχη πλευρά, είναι ταυτόχρονα και ένα εμπόδιο στα σχέδιά τους για απρόσκοπτη συνέχιση της προηγούμενης πολιτικής. Χωρίς να έχουμε αυταπάτες ότι οποιαδήποτε αριστερή κυβέρνηση εντός του υπάρχοντος συστήματος όσο και αν δίνει ελπίδα, μέσα στο σκοτάδι της κυρίαρχης πολιτικής σε τμήματα των εργαζομένων, είναι βέβαιο πως θα γεμίσει απογοήτευση τους εκμεταλλευμένους στην επόμενη στροφή.
Δεύτερο στοιχείο των εκλογών θεωρούμε ότι ήταν η αποχή που άγγιξε το 35% δείχνοντας ότι ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας είτε γύρισε την πλάτη του στο αστικό κοινοβουλευτικό σύστημα, είτε δεν ψήφισε γιατί δεν είχε μια συγκεκριμένη πολιτική επιλογή να στηρίξει, πράγμα που σε μεγάλο βαθμό συνέβη με φίλους και ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ.
Βασική μας πεποίθηση είναι πως δεν βρισκόμαστε στο μέσον μιας κρίσης διαχείρισης της καπιταλιστικής μηχανής, αλλά μιας βαθιάς συστημικής παγκόσμιας κρίσης που διέξοδος υπάρχει μόνο με την καταστροφή αυτού που την δημιουργεί, του ίδιου του καπιταλισμού. Άρα ένα διαφορετικό πρόταγμα θα μπορούσε να τεθεί, και ενδεχομένως να ενισχυθεί και εκλογικά, μόνο αν έθετε τα ζητήματα συνολικά της ανάγκης μιας άλλης κοινωνικής οργάνωσης χωρίς εκμετάλλευση, απαντώντας στα εκβιαστικά διλήμματα περί ευρώ ή δραχμής με την πάλη για επαναστατική έξοδο από την Ε.Ε. Στο κίβδηλο ερώτημα μνημόνιο ή όχι και μόνο, που πολύ γρήγορα μπήκε να απαντήσει και η αριστερά, και με το οποίο αντί να δίνεται μάχη για την ανάγκη ανατροπής του συστήματος και των κυβερνήσεών του, διογκώνονταν οι φρούδες ελπίδες για επιστροφή σε ένα άλλο καλύτερο κράτος πρόνοιας εντός συστήματος. Με την εθνικοανεξαρτησιακή ρητορεία, στην οποία κολύμπησαν όλες οι πολιτικές δυνάμεις, εδώ και δύο χρόνια, ενισχύοντας τελικά έτσι ευκολότερα τις «λεβέντικες» στάσεις τύπου Καμμένου στην κάλπη.
Άρα θεωρούμε ότι η πολιτική ατζέντα πάνω στην οποία στήθηκε ο προεκλογικός αγώνας των κομμάτων , που διαμορφώθηκε με βάση διλήμματα όπως μνημόνιο-αντιμνημόνιο, εθνική ανεξαρτησία-υποτέλεια, ευρώ-δραχμή και τα οποία έθεσε με επιμονή όλο το αστικό πολιτικό προσωπικό, μεθοδικά και συστηματικά, ήταν αντικειμενικά μια ατζέντα η οποία ευνοεί τις εθνικές «λύσεις», εξορίζει μια διαφορετική πολιτική προοπτική και πάλη από τους εργαζόμενους, πέραν αυτής του συστήματος. Πιο συγκεκριμένα, όσον αφορά τον ΣΥΡΙΖΑ πιστεύουμε ότι ανεβαίνει εκλογικά, συμμετέχοντας με το δικό του τρόπο στην ανάγκη ύπαρξης αριστερής κυβέρνησης. Είναι μια ψήφος όμως ταυτόχρονα, η οποία αποτυπώνει την από αριστερά εκλογική απάντηση, στη σαρωτική αντεργατική πολιτική που έχουμε ζήσει. Είναι ένα σημαντικό στοιχείο αριστερής αναζήτησης, εντός φυσικά, σε αυτή τη φάση, των κυρίαρχων ερωτημάτων που θέτει η αστική τάξη. Εξέφρασε τελικά ένα κομμάτι της κοινωνίας το οποίο επιθυμεί μια επαναφορά σε μία προηγούμενη φάση του καπιταλισμού, ως «αντίδοτο» στον κοινωνικό μεσαίωνα του παρόντος, με ότι αυταπάτες κουβαλά αυτό. Ούτε στο ΚΚΕ, το οποίο δεν μπορεί να πείσει, παρόλη την προεκλογική άρνησή του να παίξει σε κυβερνητικά παζάρια. Και αυτό γιατί μπορεί πρωταγωνιστικά να «σήκωσε» εργατικούς αγώνες, αυτό όμως έγινε με την χωρίς όριο προστασία της μονοκρατορίας του, ενώ πολύ περισσότερο, σε κρίσιμους σταθμούς του κινήματος στάθηκε σταθεροποιητικός παράγοντας για το σύστημα ή με έναν απίστευτο ελιτισμό.
Συνολικά και η εξωκοινοβουλευτική αριστερά, δεν μπόρεσε να αποφύγει τη μη συμμετοχή της στα ερωτήματα που τέθηκαν και τα οποία αναφέρουμε παραπάνω, ενώ σε περιπτώσεις (ΑΝΤΑΡΣΥΑ), ήταν δύσκολη η διάκριση από τα κυρίαρχα αριστερά προγράμματα, για την επαναφορά σε μια ομαλή καπιταλιστική πραγματικότητα προ μνημονίου.
Όσον αφορά το αντίπαλο στρατόπεδο, άξια αναφοράς πιστεύουμε ότι είναι το εκλογικό ποσοστό των Ανεξάρτητων Ελλήνων του Καμμένου και στον οποίον εκφράστηκε το «πάνω» κομμάτι της πλατείας του Συντάγματος στο κίνημα των αγανακτισμένων, της τυφλής δηλαδή καταδίκης του δικομματισμού, με τα ίδια υλικά και κριτήρια που αυτός είχε συγκροτηθεί. Κυρίως όμως όσον αφορά τα ποσοστά της Χρυσής Αυγής, που προβλημάτισαν και όχι άδικα χιλιάδες αγωνιστές, πιστεύουμε ότι οφείλονται στο γεγονός ότι υπό την απουσία επαναστατικών αριστερών σχεδίων, και υπό το βάρος των κυρίαρχων εκλογικών διλημμάτων, ψηφίστηκε ως μια ακραία και αντιμνημονιακή, και εθνική, και αντιπολιτική, υπό την έννοια μιας ανυποχώρητης επίθεσης στο παρόν πολιτικό προσωπικό δύναμης. Ενισχύθηκε από την παραληρηματική αντιμεταναστευτική συζήτηση της προεκλογικής περιόδου, όταν η αριστερά έκανε ότι το ζήτημα δεν υπάρχει. Και φυσικά αξιοποίησε στην Αθήνα πιο ειδικά τους υποτιθέμενους «εξωθεσμικούς» τρόπους βίας, αίματος και τρομοκρατίας (στην πραγματικότητα σε συνέργεια ή με την ανοχή του κράτους) για να «καθαρίσει» τις γειτονιές, από το κοινωνικό πρόβλημα όπως αυτό εκφράζεται με τους χιλιάδες μετανάστες. Πάντα υπό το βάρος της έλλειψης συγκροτημένης παρέμβασης αριστερών δυνάμεων. Είναι ζωτικής σημασίας για όλους μας, η παρουσία σε κάθε γειτονιά και δρόμο που συζούν έλληνες και ξένοι εργάτες και η δημιουργία μορφών δυαδικής εξουσίας που θα αναλαμβάνουν να οικοδομήσουν πρότυπα και μορφές μιας άλλης κοινωνικής οργάνωσης, χωρίς εκμετάλλευση και ιδιοκτησία, χωρίς αφεντικά και δούλους που σε άμεση σύνδεση με τον διαρκή και ανυποχώρητο αγώνα για εργατική εξουσία και αυτοκυβέρνηση, θα δώσουν οριστική λύση στο σύστημα που γεννάει τις κρίσεις και που το ίδιο μακιγιαρισμένο με τον αγκυλωτό σταυρό, έρχεται να πλασάρει μια «καθαρή» ανάπτυξη με γαλανόλευκο χρώμα και ντόπια αφεντικά Ο αγώνας για την χειραφέτηση των εκμεταλλευομένων δεν κάνει διάκριση σε ντόπιο και διεθνές κεφάλαιο, ούτε σε κρατικό ή ιδιωτικό καπιταλισμό. Η μόνη διάκριση που κάνει είναι απέναντι σε αυτούς που με οποιοδήποτε προσωπείο παλεύουν για τη διαιώνιση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο και σε αυτούς που οραματίζονται και παλεύουν για μια κοινωνία χωρίς κεφάλαιο, χωρίς ιδιοκτησία και χωρίς κράτη για την πλήρη χειραφέτηση του ανθρώπου.
Δεν έχουμε καμία αυταπάτη ότι καθοριστική δύναμη για την ανατροπή των υπαρχόντων συσχετισμών , είναι η εμφάνιση προγραμμάτων, πολιτικών σχεδίων και αγώνων, που θα μπορούν απέναντι στα διλήμματα των κυρίαρχων, να θέτουν στην ημερήσια διάταξη την ανάγκη και δυνατότητα της εργατικής αυτοκυβέρνησης και εξουσίας, για την πλήρη κατάργηση κάθε εξουσίας, την κατάργηση των τάξεων. Δυστυχώς αυτή η θεματική, εξορίστηκε από τις εκλογές από την αριστερά οποιασδήποτε ιδεολογικής αφετηρίας.
Πίστη μας παραμένει ότι οι επαναστατικές δυνάμεις πρέπει να ρίξουν τώρα το σύνθημα της Γενικής Πολιτικής Απεργίας και της εργατικής άρνησης πληρωμών για να μπλοκάρουμε την μηχανή της παραγωγής, να κλείσουμε τη στρόφιγγα αφαίμαξής μας από το κεφάλαιο και το κράτος και να βάλουμε ζητήματα όχι μιας άλλης διαχείρισης , αλλά άλλης εξουσίας και κοινωνικής οργάνωσης. Η πάλη για ανατροπή της νέας αστικής κυβέρνησης του ελληνικού κεφαλαίου δεν έκλεισε.
Το ίδιο το εκλογικό αποτέλεσμα, ρευστό, με τα στοιχεία κοινωνικοπολιτικής πόλωσης που αναδεικνύει, μας δείχνει πως τώρα, τα πολιτικά σχέδια και η επαναστατική οπτική θα κριθεί εκεί όπου ζουν και αναπνέουν οι εργαζόμενοι, στις γειτονιές, στους χώρους όπου αναπαράγεται η κυριαρχία του κεφαλαίου, στους χώρους δουλειάς. Για να απογυμνωθούν τα κυρίαρχα αστικά ιδεολογήματα, οι αριστερές ενδοσυστημικές αυταπάτες και οι βαθιά συντηρητικές ακροδεξιές λύσεις.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Δεν επιτρέπονται σχόλια υβριστικού και ρατσιστικού περιεχομένου.