Όλες οι επερχόμενες εξελίξεις, με αφορμή την αναδιάρθρωση χρέους που «τρέχει», δείχνουν πως τα πάντα είναι ανοιχτά. Πάνε μήνες, που από αυτόν εδώ το διαδικτυακό χώρο, είχαμε χαρακτηρίσει την ελληνική περίπτωση «εν εξελίξει χρεωκοπία». Όλα αυτά τα σενάρια που τώρα βλέπουμε και ακούμε, με προβλέψεις ακόμα και ύπαρξης δύο νομισμάτων, δεν αλλάζει την ουσία του ζητήματος. Η τελική(;) επίθεση στον πυρήνα της σχέσης εκμετάλλευσης κεφάλαιο-εργασία, που είναι η τιμή πώλησης της εργατικής δύναμης, μαζί με τους μη άμεσα μισθολογικούς όρους της αναπαραγωγής της ικανότητάς της να πουλιέται, δείχνει πως πάμε για σοβαρές εξελίξεις.
Για αυτό και αν προσέξει κανείς, η φιλολογία από τους πρωταγωνιστές της υποστήριξης της επίθεσης, έχει αλλάξει, ή να το πούμε καλύτερα έχει οξυνθεί σε κρίσιμα σημεία της. Ξαναθυμήθηκαν πως η αλλαγή της εθνικής πορείας επιβάλει αλλαγή νοοτροπιών, αυτό που τόσο εύγλωττα διατύπωσε ο Παπαδήμος, απευθυνόμενος σε εμάς, και όχι στο πολιτικό προσωπικό που συνεταιρίζεται, πως η μοναδική κόκκινη γραμμή είναι η «σωτηρία της χώρας».
Ακριβώς σε αυτή τη λογική της προετοιμασίας για αυτά που θα έρθουν είναι και η αλλαγή της γλώσσας των εργοδοτικών οργανώσεων. Αυτό που περισσότερο κρατάμε, είναι η συνεχής επισήμανση ακόμα και του Δασκαλόπουλου, πως έπειτα από την αναγκαία διαπραγμάτευση των «κοινωνικών εταίρων», οποιαδήποτε συμφωνία μπορεί και πρέπει να είναι απόλυτα σεβαστή.
Το κεφάλαιο και οι εκπρόσωποί του, θα σεβαστούν τις οποιεσδήποτε συλλογικές συμβάσεις προκύψουν, με πάγωμα βεβαίως για καμιά τριετία στις αυξήσεις, γιατί μπορούν να αξιοποιήσουν έναν πολιτικό συσχετισμό που τους ευνοεί.
Από την άλλη, το εργατικό κίνημα, μάλλον θα πρέπει να προετοιμάζεται, σε μια μάχη, για πρώτη φορά ίσως στην ιστορία του ΑΚΥΡΩΣΗΣ και ΕΝΑΝΤΙΩΣΗΣ, σε υπογεγραμμένες ή επιβαλλόμενες συλλογικές συμβάσεις.
Είναι βέβαιο, πως το επόμενο διάστημα θα βρεθούμε να παλεύουμε ενάντια στην εφαρμογή αυτών των συλλογικών συμβάσεων. Για να δοθεί όμως αυτή η μάχη, θα πρέπει γρήγορα, στην επιχειρηματολογία μας, να απαγκιστρωθούμε από τους όρους που μέχρι τώρα έδινε τη μάχη το σύνολο των συνδικαλιστικών εκφράσεων της αριστεράς στο εργατικό κίνημα. Η αποδοχή μηδενικών συμβάσεων, διετών ή και τριετών, με όποιο ποσοστό έδινε η εργοδοσία, «προκειμένου ο χώρος να έχει σύμβαση», έχει ήδη διαμορφώσει ένα αρνητικό πεδίο για τις μέρες που έρχονται.
Αλλά πέρα από τον ένα ή τον άλλο τρόπο χειρισμού και διαπραγμάτευσης, το ερώτημα ουσίας είναι: Τελικά μήπως βρισκόμαστε σε μια εποχή, όπου οι συλλογικές συμβάσεις, δεν μπορούν να είναι αποτέλεσμα οποιασδήποτε διαπραγμάτευσης, αλλά πάλης κεντρικής πολιτικής, γειωμένης στους χώρους δουλειάς? Εκεί που τελικά θα κριθούμε, που κρίνεται το παρόν μας και το μέλλον μας.
Για το συγκεκριμένο ζήτημα θα ξαναμιλήσουμε. Προς το παρόν ας προσπαθήσουμε να αλλάξουμε και εμείς γλώσσα και επιχειρήματα.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Δεν επιτρέπονται σχόλια υβριστικού και ρατσιστικού περιεχομένου.